Λένε πως όσο πιό πολύ απομακρύνεσαι από ένα γεγονός μπορείς με μεγαλύτερη ψυχραιμία να το δεις, να το κοιτάξεις. Υπάρχουν νομίζω όμως κι εκείνες οι σπάνιες φορές και των περιπτώσεων οι εξαιρέσεις που η απομάκρυνση από το μοιραίο ταμείο δεν ξεχρεώνει με τίποτα τη σούμα κι απομένεις μονίμως έτσι αγράμματος, άμουσος και αδαής να ψάχνεις και να καταμετράς τελικά πράγματα να λείπουν παραπάνω από χίλια. 1.101.101.10 και βάλε.
Στέκομαι λοιπόν σήμερα εδώ καθισμένος σε ένα παγκάκι αδειανό στην οδό των δικών μου ονείρων ένα βαλσάκι σχεδόν αθώο παίζει κάπου μακριά βράδυ Ιουνίου 15 με μια ψύχρα ομολογουμένως για πρώιμο καλοκαίρι. Θυμάμαι ότι πάνε κιόλας χρόνια 15 κι αυτά ακριβώς από τότε που ο Μάνος Χατζιδάκις αποφάσισε να συνεχίσει την πορεία του σε ένα άλλο, ίσως κατάδικό του, πάντως λίγο πιό μακρυνό αστέρι -η ίδια η γη βλέπεις είναι κι αυτή εκεί στο βάθος το πιό μοναχικό αστέρι, κι ας έχουμε την τάση να το ξεχνάμε- και υπάρχουν τελικά οι περιπτώσεις εκείνες που η απομάκρυνση από το συγκεκριμένο γεγονός δεν λειτουργεί τελικά και ποτέ συμφιλιωτικά με την πάροδο του χρόνου αλλά αντιθέτως επενεργεί αντιστρόφως ανάλογα τελικά στις προσδοκώμενες, τις τακτοποιημένες, τις κοιμωμένες μας αισθήσεις.
Δεν είναι λύπη, δεν είναι άλλο ένα μνημόσυνο αυτό εδώ, είναι ζωή, δεν είναι μνήμη, είναι μέσα σε κάθε νότα και χτυπάει, εγώ δεν είμαι βέβαια κανένας ειδικός να μιλήσω για το Μάνο Χατζιδάκι, προσπαθώ ωστόσο ένα προσωπικό μου βίωμα από τη μουσική του να αποτυπώσω, ό,τι καταφέρνω κι όσο αισθάνομαι, κι ας ξέρω ότι μάλλον πρόκειται για φαλτσέτο, εγώ συνεχίζω, χωρίς να έχει καμία ιδιαίτερη σημασία συνεχίζω γιατί δεν ξέρω για σας, αλλά εγώ όσο ακόμα ακούω το βαλς των χαμένων ονείρων και βουρκώνω, εξακολουθώ να πιστεύω παραδόξως -και μάλιστα έως και ακράδαντα εκείνες τις στιγμές- ότι έχω υποχρέωση να ελπίζω. Καληνύχτα, Κεμαλ, και δε βαριέσαι αυτός ο κόσμος δε πα και να μην αλλάξει ποτέ; Εσύ ό,τι είχες να κάνεις, το έχεις ήδη κάνει... Καληνύχτα...














