Saturday, June 28, 2008

Ο ταχυδρόμος δεν πέθανε ποτέ


...ήταν παιδί στα δεκαεφτά
που τώρα έχει πετάξει
ποιος θα σου φέρει αγάπη μου
το γράμμα που 'χα τάξει
και σαν πουλί που πέταξε
η πικραμένη του ζωή,
πέταξε πάει και τού 'φυγε
η δροσερή πνοή
Ποιος θα σου δώσει αγάπη μου
το τελευταίο φιλί μου
Ο ταχυδρόμος πέθανε
στα δεκαεφτά του χρόνια
κι ήταν αυτός η αγάπη μου,
η κουρασμένη του σκιά
τώρα πετά στα κλώνια,
φέρνει δροσιά στ' αηδόνια
Ποιος θα σου δείξει αγάπη μου
πού 'ναι του ονείρου ο δρόμος
αφού πεθάναμε μαζί εγώ κι ο ταχυδρόμος

Νομίζω ο Χατζιδάκις μας είπε ψέματα, αγάπη μου. Από εκείνα τα ψέματα του θεάτρου, ξέρεις, τα αληθινά. Των ονείρων που θέλουμε να γίνουμε η αλήθεια. Τα ζωτικά ψέματα που λέμε. Τα ψέματα που ζούμε δηλαδή. Τα ψέματα που δεν θέλουμε απλά να ζήσουμε. Τα όνειρα που έχουμε ανάγκη να ζήσουμε. Αρκεί το σώμα ενός θεατρίνου που θα υποδύεται στο δράμα μας τον ταχυδρόμο εν προκειμένω. Και η ανάσα ενός μονάχα έστω θεατή. Ένα παιδί που υποτίθεται πεθαίνει στα δεκαεφτά του χρόνια πάνω στη σκηνή. Όσο υπάρχει ένας προσκυνητής για να δώσει το τελευταίο φιλί στα χείλια του από κάτω, το αγόρι δεν θα χάσει ποτέ τη δροσερή πνοή του. "Η παράσταση δεν είναι φώτα, δεν είναι σκηνικό, είναι οι άνθρωποι, βλέπεις, εσύ κι εγώ"... Έτσι σου δείχνω την αγάπη, αγάπη μου, που είναι του ονείρου ο δρόμος γιατί δεν πέθανε ποτέ κανείς, ούτε κι ο ταχυδρόμος...

Απόψε ήμουν από κάτω κι εγώ ένας πολύ μικρός και θλιβερός ηθοποιός και τα 'ζησα όλα όπως τα είπα και τα λέω.

Saturday, June 21, 2008

Ώρα για μπάνιο στη θάλασσα


Και η ώρα έχει πάει τόσο αργά που θα ήμουν ευτυχισμένος αν συνέχιζα. Μα δεν μπορώ. Αντέχω τα πάντα. Μόνο τη μέρα που τελειώνει δεν αντέχω. Και περνά αγύριστη κι αδάνειστη, γυναικεία, όσο και να την πληρώσεις. Θα γυρίσεις πάντα πίσω να της πεις δώσε μου κι άλλα. Με αυτή την ωραία απληστία που δεν θέλεις τίποτα να τελειώσει. Εκείνη όμως γυρνάει το πλευρό κι ενδίδει στον επόμενο ήλιο. Γιατί αν τελειώνει κάτι σημαίνει κιόλας στο λεπτό ότι χάθηκε. Και δεν μπορείς να συγκρατήσεις τους μικρούς σπαραξικάρδιους ενθουσιασμούς από την καρδιά ενός λεπτού που περνάει. Κι όμως αυτή η υποδιαίρεση κιόλας της ώρας χωράει τόσους πολλαπλασιασμούς. Φοβάμαι όταν ακούω μια φράση καραμέλα. Ζήσε το τώρα λένε, ζήσε το τώρα πιπιλίζουν. Δεν το αντέχω. Κι ίσως αυτό να σημαίνει αντοχή: που δεν αντέχω. Δεν ξέρω. Γυρίζω πάντα και σαν παιδί κοιτώ τους εραστές όταν γυρίζουν πλευρό και κοιμούνται. Και θέλω να ανοίξω το παράθυρο να κοιτάξουν τη θάλασσα που κανένας δεν μπορεί να την εξαντλήσει. Και θέλω να ανοίξω τη μπαλκονόπορτα και να είναι απέξω μια θάλασσα έτοιμη να ξεπλύνουν και το αποψινό ξενύχτι στα νερά της, στα γαλάζια ήρεμα κύματα που το ένα φέρνει πάντα το άλλο. Ανεξάντλητα. Ατελείωτα. Το ένα πάνω στο άλλο. Ερωτικά. Και μόνο αυτή την ώρα μου αρέσει και η ημέρα και η θάλασσα. Ενώ έχει ξημερώσει. Ωστόσο λίγο πριν βγει με τις ακτίνες του ο ήλιος. Και έχει η ώρα τη δροσιά από ένα ποτήρι νερό κρύο.

Tuesday, June 17, 2008

Ιδού εγώ...and so the story goes...


Here I am an old(?) (wo)man in a dry month...
Είδα τη γενική δοκιμή από τον Ουρανό Κατακόκκινο της Αναγνωστάκη με τη Ρένη Πιττακή. Πρώτη διδάξασα η Βέρα Ζαβιτσιάνου. Άρχισα να γράφω. Και καθώς έγραφα, το μετάνιωσα και τα έσβησα όλα. Κράτησα μόνο αυτή την πρώτη φράση όπως την παράφρασε η Αναγνωστάκη από το Γερόντιο του Τ.S. Elliot. Νομίζω τα συνοψίζει όλα. Αυτός ο μονόλογος της μισής ώρας κρύβει μέσα του ό,τι δε χώρεσε ως τώρα καμιά ιδεολογία και κανένας -ισμός κι όλα αυτά με τον πλέον κατάλληλο και "απολιτικό" για τις μέρες μας τρόπο. Τα -ισμός πάντα μου θύμιζαν έτσι κι αλλιώς τη λέξη κνισμός και μάλιστα επάνω σε αρχίδια -δεν θεωρώ τυχαίο πάντως το γεγονός ότι γυναίκα έγραψε τον μονόλογο και της γυναίκας που τον παίζει ο γιός έχει κρυψορχία- γι' αυτό και συστηματικά τα -ισμός σας λέω τ' αποφεύγω. Και τα υπαρκτός καταναλωτισμός και τα ανύπαρκτος σοσιαλισμός για να το προσδιορίσω και κάπως. Και όχι η λύση δεν είναι ούτε καν μέση οδός, μεταίχμιο ή ακόμα ακόμα βροντερός ακτιβισμός. Στις κοινωνίες του μέσου όρου κάποιοι νιώθουμε την ανάγκη από τα δεσμά αυτής της μετριότητας να ελευθερωθούμε. Ιδού λοιπόν το μέγα θέμα. Να ελευθερωθείς από τα όρια. Κυρίως τα σα εκ των σων και κάτι περίεργα μέσα σου δικά σου.

Thursday, June 12, 2008

Κόλλα αναφοράς


Θα ξεκινούσα να γράφω από την αρχή τώρα που βλέπω τα πράγματα από την άλλη όψη. Όμως το ξέρω. Κι από την άλλη ο ίδιος θα είμαι πάλι. Δεν αλλάζουν οι λέξεις, δεν υπάρχουν καν συνώνυμα. Έχουμε την ευτυχία να ζούμε σε μια γλώσσα που δεν έχει ταυτόσημα, όσο και να μαθαίνουμε στα σχολεία το αντίθετο στην πράξη. Γιατί πάντα στο σχολείο όπως σε κάθε σύστημα το αντίθετο από αυτό που πρέπει να μαθαίνουμε μαθαίνουμε. Στη γλώσσα κάθε λέξη έχει ταυτότητα και το καθένα αυτεξούσιο σημαίνει. Γι' αυτό και τα πάθη των λέξεων στη γλώσσα τη δική μας συμβαίνει να είναι τα βάθη τους. Αρκεί να βουτήξεις μέσα στα βαθιά νερά και να πεις τώρα ταξιδεύω. Ίσως τότε και μόνο τότε να ζήσουμε το πρώτο πραγματικά ελληνικό καλοκαίρι που συναντάει κανείς μόνο σε στίχους του Ελύτη τώρα πιά και απηχεί Αισχύλο, Σαπφώ και Σοφοκλή σε κάποια ολόλαμπρη και μοναχική παραλία της Σύρου ή στην ορχήστρα στην Επίδαυρο ακόμα κι όταν η παράσταση είναι χειρότερη και από αθλία. Τώρα που κλείνουν τα σχολεία αρχίζει η μαθητεία στο κάλλος κι εμένα μάλλον με σέρνει κιόλας το καράβι Ιούνιος.

Υ.Γ: Νομίζω τώρα πρώτη φορά κατάφερα να περιγράψω την αίσθηση που με έπιανε κάθε χρόνο μέσα στις καλοκαιρινές εξεταστικές μου, κύριε καθηγητά, και δεν μπορούσα να διαβάσω. Δεν είμαι των διακοπών. Δεν μου αρέσει η αλμύρα, η έκθεση με τις ώρες στον ήλιο, η άμμος, τα ανθηλιακά, ο ύπνος και το γλάρωμα της αγελάδας κατόπιν ως το βράδυ. Όμως η θέα στη θάλασσα που τη χρυσίζει ο ήλιος και αυτός ο πεφτάστερος ουρανός τα βράδυα εκεί στη Πελοπόννησο ακόμα και όταν η παράσταση είναι για μάπα ακόμα κι εμένα το μουρόχαυλο ελληνάκι παρασέρνουν. Και να σημειωθεί στα πρακτικά πως πάντα λαχταρώ με τούτο το επάγγελμα που διάλεξα την πρώτη μου καλοκαιρινή περιοδεία. Με έναν θίασο. Τρίτο καλοκαίρι δίχως... "Αγάντα" να φωνάζει κι η Αλίκη...

Sunday, June 08, 2008

Falling stars

H τέχνη
δεν ανέχθηκε ποτέ ότι είναι έξω από το μέτρο της
και πάντα το θέατρο σήκωνε ψηλά έναν καθρέπτη
για να κοιτάζεται η φύση. Αντανακλά την αρετή
και όχι τον ενάρετο το πέσιμο, όχι τον πεσμένο.
(Αμλετ - Τρίτη πράξη, σκηνή δεύτερη μετ. Γ. Χειμωνάς)

Αυτό το πάτωμα ήταν αλλιώς όταν πάνω του έπεσα με τα μούτρα. Κάτι ραγάδες είχε πάνω, ρυτίδες, ρόζοι στο πρόσωπο. Ρουθούνι υποτίθεται δεν άνοιξε. Είχε όμως πάνω το πάτωμα κάτι από στιγμή που πονάει. Είχαν πατήσει επάνω κάποιοι που τώρα αμφιβάλλω αν κατοίκησαν κάποτε εδώ. Τις αντιδράσεις μέσα μου εννοώ κι απανωτά ενσταντανέ μιας υποτιθέμενης πτώσης. Είμαι μεσά σε όλες τις φωτογραφίες εγώ, όμως έχουν πάρει τώρα φως όλες οι αντιδράσεις. Πνοούλες, κάπου τις έχασα. Κοιτάζω τις φωτογραφίες τριγύρω. Είναι τόσο ζωντανές που σχεδόν νομίζω καμιά δεν έχει πεθάνει. Κι όμως, έχω πέσει τώρα πιά. Είμαι εδώ. Κατάχαμα. Μέσα στο θέατρο. Πάνω στη σκηνή. Κι αυλάκια τρέχει ψεύτικο αίμα. Στο πρόσωπο και στο πάτωμα. Έγιναν ένα. Κοίτα περίεργη στάση το σώμα σε ετούτη τη φωτογραφία. Ισορροπώ στο κενό κι έχω ακόμα το πάτωμα να στηρίζει. Λίγο πριν πέσω. Ελάχιστα δευτερόλεπτα πριν πέσω εδώ. Ηθοποιοί. Παίζουν ακόμα και ότι πέθαναν. Κι ότι πέφτουν. Ιδανικές φωνές, ανάσες. Γεμίζουν πάντα το χώρο τους. Το πάτωμα. Και δεν πεθαίνουν ποτέ. Και δεν παθαίνουνε τίποτε -υποτίθεται- ακόμα κι όταν παθαίνουν τα πάντα. Οι άγγελοι χαρίστηκαν στη βαρύτητα. Οι αγγελιαφόροι μιας κωμωδίας. Γιατί πραγματικός χρόνος είναι η μνήμη που φυλάμε όταν παύουμε να σκεφτόμαστε πού σταθήκαμε. Θυμόμαστε μονάχα ότι πέσαμε. Κάποτε. Η μνήμη είναι χώρος ενός αόριστου ατυχήματος που συντελείται σε χρόνο συνεχόμενο, παρατατικό κάθε φορά που χάνουμε μόλις κιόλας την προηγούμενη στιγμή μας. Όχι για την επανάληψη. Αλλά για μια ανα - παράσταση ζώντανη του χρόνου που περνά λίγο πριν πέσουμε στο πάτωμα και πάλι.

Friday, June 06, 2008

Δύο ξένοι

Υπάρχει, ξέρετε, πάντα μια πραγματικότητα. Που δεν είναι όλες τις φορές ιδεατή ούτε και ακολουθεί πάντα τη σύμβαση που αποδέχονται για πραγματική τα δικά μας μάτια. Σέβομαι το βλέμμα σας, όμως ξέρω καλά πώς δεν είναι δυνατόν πάντα να κοιτάξετε κατάβαθα στο εγώ το δικό μου. Και κάτι τέτοιες στιγμές μόνο υπεράνω δεν μπορώ να είμαι ενώ στ' αλήθεια νομίζετε πως υπάρχει ο τρόπος ή η τεχνική να είμαι υπεράνω. Να ενεργώ και πέρα από τον εαυτό. Να παίζω στην καλύτερη περίπτωση θέατρο καλό και να παρασύρω και εσάς σε ένα γέλιο σπαραξικάρδιο που λέει ευθαρσώς χειροκροτήστε. Υπάρχει δυστυχώς και η ρωγμή που πρέπει να δείτε κι εσείς κι εγώ κάτι λίγο πιό μέσα από εσάς κι εμένα και όλοι μαζί να γίνουμε για το ελάχιστο συνθεατές σε ένα δράμα θα έλεγα κοινόβιο. Αν μπορείτε χωρίς εκδορές παρακαλώ. Τις περισσότερες φορές όμως κι εγώ ο ίδιος δεν αντέχω. Απλά σκύβω το κεφάλι και αποχωρώ. Χωρίς χειροκροτήματα. Αλλά με μεγάλη ευθύνη τότε. Και σαν αυτόχειρας σχεδόν ξέρω ότι είναι εύκολο να μιλήσετε για ένα ακόμα δραματικό φινάλε γι' αυτό το λόγο ακριβώς και σταματώ ή τρέχω με ταχύτητα φωτός μακριά σε άλλο αστέρι. Μονάχα μην ξεχνάτε. Στην αντίπερα όχθη το λεωφορείο "πόθος" γράφει έτσι κι αλλιώς τη λέξη "θάνατος". Γι' αυτό να συχωράτε κάτι ανεξήγητες κινήσεις των ηθοποιών. Όλοι κάποτε νιώθουμε την ανάγκη για το ανεξήγητο. Και οι κινήσεις μας αποκτούν μία θεατρικότητα παράξενη που παρεξηγείται. Χωρίς βαρύγδουπες ετυμηγορίες. Από πίστη και μόνο σε αυτήν την άλλη πραγματικότητα την ας την πούμε θεαματική. Που δεν καταδικάζει. Μόνο έχει τη μακροθυμία να συγχωρεί.