Friday, November 26, 2010

Μικρές λέξεις V - Αγκαλιά


Το βράδυ έρχεται η ώρα και σβήνω το φως
όπως πέφτει σιωπή χαμογελάω κρυφά, λίγο
χαίρομαι, τουλάχιστον αυτό μπορώ να στο
ανταποδώσω.

Thursday, November 18, 2010

Γι - γαντόκουκλες



Ούτε που ξέρω γιατί, μην το ψάχνω και πολύ, απλώς θέλω να ξεκινήσω και να γράφω, να γράφω, να γράφω, να μιλάω, να μιλάω, να μιλάω, να παίζω στα χέρια μου τις σκιές, να γελάω και να λένε τι χαζό και βλαμμένο παιδί, τι χαζό και ρομαντικό και ηλίθιο παιδί και παράλογο, ν' αλλάζω φωνές και ροζ τρυφερές αποχρώσεις να θέλω να κάνω πράξη και να έχω καθαρά συναισθήματα, όλα τα όμορφα και τα λιγότερο ωραία που νιώθω, τα άσπρα τα ψυχρά και τα θερμά και τα κόκκινα να γίνουν όλα ροζ κουφετί και γαλάζια όπως παραμυθένια παιδικά δωμάτια, όπως τα κουκλίστικά δωμάτια που δε βρήκαμε να παίξουμε ποτέ, να πετάω λόγια κι ίσως να μην έχω κάτι σημαντικό να πω στα γοργοφτέρουγα λόγια ετούτων των παραδρομών που είναι άσπρα και λίγο γκρίζα ίσως και λίγο μωβ γιατί δε θέλω να αποκαλύψω τίποτα από αυτό που με τρώει, γιατί δε με φτάνουν τα στενάχωρα δωμάτια να τα γεμίσω με αποχρώσεις.

Δε βγάζει κανένας νόημα, δε με νοιάζει, επιμένω, έχω το μαράζι να θέλω να φτιάξω ένα παραμύθι απλωτό να σε κάνω να ησυχάσεις κι εσένα μέσα σε αυτό, πάνω σ' αυτό, ένα παραμύθι πολύχρωμο πάπλωμα, τετραγωνάκια τεράγωνα που δε βγάζουν νόημα γιατί ούτε το άλλα που μας είπανε βγάζουν, να φύγουμε για αλλού να φύγουμε μαζί και να πούμε πάλι για τα σύννεφα και για όλα τα όμορφα και χρωματιστά πράγματα που είναι υγροποιημένες μορφές συνταρακτικών και συθέμελων αναστεναγμών και σουβλερών ως τα κατάβαθα κόκκαλα πόνων, το καταλαβαίνεις αυτό μόνο όταν παίρνει να βραδιάζει ή ξημερώνει, στις κλειδώσεις, αρκεί να έχει συννεφιά η ανατολή και λίγη παραπάνω το βασίλεμα δύση γιατί δε βγαίνει κάθε μέρα σε ουδέτερο χρώμα μπλε, προκατασκευή που πάει κάπου να βάψει και να ξεβάψει το μαύρο αλλά

κανένας δε το βλέπει έτσι κι όλοι τα λένε βαμβάκια απαλά αυτά που μας συμβαίνουν και τους καημούς μας αλαφροπάτητους και εμάς τους ίδιους αιθεροβάμονες και δεν ξέρουν, δεν καταλαβαίνουν πόση πίκρα μπορεί να σε έχει φέρει να θέλεις να βρεθείς μακριά από εδώ, να σε έχει γονατίσει που όλα μας κρατάνε αιχμάλωτους με βαριές αλυσίδες στους αστράγαλους και στα γόνατα των ποδιών μας και αίματα κόκκινα, βαθιά κόκκινα, και πιό βαθιά κόκκινα και από δεσμώτες ελεύθεροι να μην ξεφύγουμε ποτέ, να συμμεριστεί κάποιος την ανάγκη αυτή, να μη μας καταλογίσει ευθύνη ότι δεν καταλαβαίνουμε χριστό από αυτό που πραγματικά συμβαίνει, να μας πει απολιτίκ και εαυτούληδες και εφησυχασμένους γιατί η δική μας πορειά για τα σύννεφα είναι και γίνεται από μια βαθιά αγανάκτηση γιατί ακριβώς επειδή συμβαίνει αυτό εμείς θέλουμε να πετάμε τα βάρη και κάποιος να το σέβεται αυτό και να μας λέει πέτα και κάνε κουράγιο και όχι βάστα και κάνε κράτη.

Saturday, November 13, 2010

Αναμέτρηση


Δεν έχω τη φωνή που θα 'θελα να έχω
μια άλλη φωνή κρυμμένη με διώκει
το κρυφό γίνεται κυνηγητό
κι όσο εγώ ψάχνω τη φωνή να βρώ
το κυνηγητό γίνεται κρυφό πάλι
μη και παραβγούμε όταν συναντηθούμε

Thursday, November 11, 2010

Μικρές εικόνες ΧΙΙ - Η εντύπωση


Περαστικός απ' το μαγαζί με τις στάμπες στη γωνία
είδα μια μαύρη μπλούζα στη βιτρίνα
ένας άνθρωπος άσπρος στηριζόταν εκεί
ή είχε κρεμαστεί από κάτι κόκκινα μπαλόνια
κι είναι νομίζω ο άνθρωπος
με τα σφαγμένα μπαλόνια
εδώ, στη μαύρη μου μπλούζα

Tuesday, November 09, 2010

Αλήθεια


H αλήθεια μπορεί να είναι και να μην είναι ανάμνηση. Είναι μια πολύ συγκεκριμένη στιγμή από πριν ή για μετά εγκλωβισμένη σε μια αυθεντικότητα χωρίς προηγούμενο που δεν μπορεί να ανακληθεί, είτε να επανέλθει. Η αλήθεια δεν έχει μέλλον εξουσίας, μήτε παρελθόν υποταγής. Τράβα μπρος, γύρισε πίσω. Δεν είναι επιταγή χρόνου. Είναι μόνον βασίλισσα τώρα και είναι το γεγονός. Συμβαίνει πάνω σου, έξω και μέσα σου και δε μπορείς να το αμφισβητήσεις και δε μπορείς να το αποφύγεις και δε μπορείς να αντισταθείς γιατί δεν έχεις δικαίωμα να το κάνεις γιατί θα τη χάσεις και το ξέρεις πως αν τη χάσεις θα χαθείς. Την επόμενη κιόλας στιγμή θα χαθείς γιατί θα χαθεί σαν τούτο εδώ το τελικό σίγμα. Όλη η αλήθεια. Όσο - όσο. Κοίτα. Πάτα το κουμπί. Ξεπουλιούνται όλες σου οι στιγμές.

Ακόμα κι όταν υπάρχει μια προγενέστερη αναφορά μέσα στο χρόνο για αυτό που ζεις σε σχέση με αυτό που μόλις πριν λίγο προηγήθηκε και δε γίνεται παρά να είναι έτσι κι όχι -με καμία γαμημένη δύναμη και τρυφερό τρόπο, δεν καλοπιάνεται η αλήθεια- αλλιώς γιατί συμβαίνει μπροστά στα μάτια σου και όλες οι ανθρώπινές σου αισθήσεις το επιβεβαιώνουν κατάκαρδα και εγκεφαλικά με μια διαύγεια στο σώμα σου και το πνέυμα πρωτόγνωρη.

Αλλά ακριβώς ως τέτοια η στιγμή που το συνειδητοποιείς δεν είναι η στιγμή της αλήθειας. Γι' αυτό κάτι λιγότερο δε σου αρκεί και από την άλλη θυμώνεις που δεν καταφέρνεις να γίνεις συγκεκριμένος. Ποτέ δεν καταφέρνεις να την ορίσεις. Κι όλο ψάχνεις κι αναρωτιέσαι αν υπάρχει μία και μόνο αλήθεια συνέχης, ακαταπόνητη, άναρχη, με έλεος και σκοπό - γιατί δεν τα καταφέρνεις τις περισσότερες φορές επιτυχώς να την διευκρινίσεις αλλά αισθάνεσαι ότι πρέπει κάπου κάτι από όλο αυτό που βιάζεσαι ή αποφεύγεις να νιώσεις να υπάρχει. Σαν τους ανθρώπους που λαχταράς κι εκείνους που έχεις χάσει. Γιατί η αλήθεια δεν είναι ούτε η ευτυχία, αλλά κάτι περισσότερο κι από αυτό, κι ούτε η δυστυχία είναι αλλά κάτι χειρότερο κι από τούτο. Ανάλογο το περιθώριο που σου αφήνει και η προοπτική. Συμβαίνει αυτό και μπορείς να χαμογελάς, συμβαίνει ετούτο και πέφτεις να πεθάνεις.

Είναι μια ελάχιστη στιγμή μετά που επιβεβαιώνεις το αυθαίρετο σημείο που γατζώθηκες - γιατί μόνο δικαίωση μπορεί να σου προκαλέσει η αλήθεια ακόμα κι όταν θες αλλά δεν μπορείς να την αποφύγεις. Αλλά όλο αυτό που εντελώς πραγματικά και χειροπιαστά συμβαίνει έχει μια άϋλη ενέργεια, η συγκεκριμένη στιγμή και ουσία. Η αλήθεια είναι η επενέργεια και η παρενέργεια της αλήθειας αυτής της αυθεντικής στιγμής ένα δευτερόλεπτο μετά. Κι είναι αυτό ολόκληρο για όσο διαρκεί που αντιστέκεται στη λήθη. Αυτό που ξαναθυμήθηκες ότι έχεις ζήσει ή αυτό που ζεις τώρα πρώτη φορά και δεν έχεις κανένα περιθώριο να αμφισβητήσεις.

{Γιατί ολοένα περισσότερο έχω την αγχωμένη αίσθηση ότι ζούμε ζωές αληθοφανείς}

Sunday, November 07, 2010

Στην ευχή


Θέλω να αρχίσω απ' την αρχή
εκεί που δεν υπάρχει απογοήτευση ούτε ελπίδα
με λένε αισιόδοξο κι εγώ το αντίθετο
θυμώνω που δεν είμαι
θυμώνω και που δε μπορώ να διευκρινιστώ
περιγράφω μια κατάσταση ψυχική, εμβρυακή
που ούτε σκοτεινή ούτε φωτεινή είναι
είναι απόγευμα, αλλά μπορεί μια καταμέτρηση απόγευμα να ξεκινάει;
ακόμα κι όταν ξέρω τι περιγράφω δε νιώθω
κι είναι αυτό που φταίει
κάθε που λέω αύριο το πρωί, λέω ο επόμενος μήνας, λέω η έναρξη,
θα φτάσω να λέω πάλι μνημείο και μνήμα γιατί είπα και ξαναείπα δευτέρα
κάθε απόγευμα κυριακής κι έφτανε πάντα τρίτη η απόπειρα και προσγειωμένη
όλο έχανα μέτρα και αίσθηση, όλο δεν ήξερα ή ξεχνούσα
ίσως θαμπή όπως είναι ακόμα τώρα αυτή η αίσθηση
μπορεί να γίνει αίσθηση ατόφια, όχι αυταπάτη
και μπορεί να είναι σημαντικό να καταγράφει κανείς
την ιστορικότητα ενός συναισθήματος υπό διαμόρφωση
καθώς φαίνεται να πηγαίνει παράλληλα καμιά φορά
με την ιστορική συγκυρία, την αντικειμενική
ο δρόμος των συναισθημάτων
του ενστίκτου και του χρόνου.