Thursday, January 29, 2009

Ανακλαστήρας



Μόνο μιά λάμψη ο άνθρωπος κι αν είδες, είδες Ο. Ελύτης

Μόνο μιά λάμψη ο άνθρωπος κι αν είδες, είδες Ο. Ελύτης
Μόνο μιά λάμψη ο άνθρωπος κι αν είδες, είδες Ο. Ελύτης
Μόνο μιά λάμψη ο άνθρωπος κι αν είδες, είδες Ο. Ελύτης
Μόνο μιά λάμψη ο άνθρωπος κι αν είδες, είδες Ο. Ελύτης

- Και τί είπαμε ότι είναι αυτό, Αντώνη; Πάνω στο δρόμο, μες το σκοτάδι; που λάμπει;...

- Ανακλαστήρας, θείε "Δρακουμέλ".... ανακλαστήρας....

Ο αγαπημένος σου μαέστρος απόψε για σένανε μόνο παίζει... άκους;....

Wednesday, January 21, 2009

Σφραγισμένα χείλη



Η πληγή σαν περάσει καιρός θα μείνει μόνο σημάδι. Τίποτα, τίποτα περισσότερο δε μένει από τον πόνο που νιώσαμε κάποτε, ούτε ίχνος καν απ' το άφθονο αίμα. Κι όπως άλλοτε αυτό το σημείο έτρεχε κόκκινο αχνιστό σε μια ανησυχητική αιμορραγία, τώρα το αίμα έγινε νερό. Σχεδόν αλλουνού ήτανε, όχι δικό μας. Κι όλα αυτά εν θερμώ ξένου τώρα ως προς εκείνο το πάθος, ξένο σώμα όλες οι πληγές, μόνο εκεί κατά τόπους σημάδια κόκκινα, φουσκωτά λιγάκι πιό πολύ απ΄ το κανονικό το δέρμα. Τί μένει στ' αλήθεια από τη ζωή; Τί καταφέρνουμε; Ζήσαμε ποτέ μόνοι ή δυό μας; Τί πονάει περισσότερο, ο πόνος που νιώσαμε εν βρασμώ του σφριγηλού ερωτικού σώματος και της αχόρταγης ψυχής ή η ανάμνηση του σιτεμένου πόνου που ζεματάει ακόμα και τώρα μέσα σ' ένα μοναχικό και γερασμένο κεφάλι; Γευτείτε, χείλη, όπως θα 'λεγε σε κάποιο ποίημα του ο Καβάφης. Ο πόνος που προκαλέσαμε, ο πόνος που δεχτήκαμε, ο πόνος που αφεθήκαμε να προκαλέσουμε, ο πόνος που αφήσαμε να μας προκαλέσουν. Λάθη ανθρώπινα που κάναμε και δεν συγχωρούνται, αδυναμίες που δεν τολμήσαμε ποτέ δημοσίως να ομολογήσουμε, στιγμές που σαν άνθρωποι βρήκαμε θάρρος να χαμογελάσουμε στους εραστές και αργότερα στα παιδιά μας -κι οι άλλες φορές που απλά γυρίσαμε την πλάτη και φύγαμε-, δευτερόλεπτα που δε δείξαμε την ελάχιστη δέουσα ψυχραιμία για μια μεγάλη απόφαση, εκ των υστέρων αποτιμημένη, ο θάνατος σ' ένα χαμένο δευτερόλεπτο τη ματαιοδοξία καραδοκεί, μια παράμετρος που δεν προλάβαμε να προσμετρήσουμε στα ελαφρυντικά μας από την κανονική ζωή και κοστολογήθηκε εις βάρος μας όχι μόνο στη δίκη μας, αλλά και στην μεγάλη Ιστορία...

Όλα αυτά τα ερωτηματικά αισθάνθηκα ότι διατυπώνει η νέα ταινία του Στήβεν Ντάλντρι. Και όπως τα διατυπώνει έτσι και παραμένουν. Ερωτηματικά. Χωρίς απαντήσεις. Απαισιόδοξα και μέσα από τη λογική του χάους. Που δεν έχει συναίσθημα, μόνο μιά λογική που απλά τη σέβεσαι ή συνεχίζεις να μην την καταλαβαίνεις. Ούτε κι εγώ ταυτίστηκα ακριβώς, αλλά δε γίνεται να ταυτιστείς ποτέ με την Ιστορία. Γιατί αυτό ένιωσα: ότι η πρωταγωνίστρια γίνεται ώρες ώρες η ίδια η Ιστορία... ένα έπος από ανθρώπινες, καθημερινές, μικρές, ανεπαίσθητες σχεδόν πράξεις που στο πλήρωμα του χρόνου αξιολογούνται -και έγκλημα μπορεί να περιλαμβάνει αυτό...

Υ. Γ. Δεν τρελλάθηκα με την Κέητ Γουίνσλετ - όχι ότι την υποκριτική της μπορώ να τη φτάσω στο μικρό μου δαχτυλάκι.

Sunday, January 18, 2009

Εμού του ιδίου


Δεν ξέρω με τί να με παρομοιάσω, πόσους ρόλους έπαιξα σήμερα -αλήθεια, έχετε ποτέ αναρωτηθεί τους ρόλους που παίζουμε κάθε μέρα που περνάει, με μεγάλη ή μικρή επιτυχία, δεν έχει σημασία αυτό. Ένας αυτοσχεδιασμός είναι πάντα αυτοσχεδιασμός, αυτό σημαίνει εξ ορισμού δεν θα χει ποτέ εκατό τοις εκατό επιτυχία. Τα λέω, μη νομίζεις, για να τ' ακούω πιό πολύ εγώ...

Περπατάμε στο δρόμο, φερ' ειπείν. Ώσπου να φτάσουμε από το Σύνταγμα στην πλατεία Ομονοίας έχουμε αλλάξει δεν ξέρω πόσες διαθέσεις, έχουμε βάλει τα δυνατά μας για πόσες μέσα μας φωνές, έχουμε κλάψει και γελάσει μέσα κιόλας στο ίδιο λεπτό τόσες και τόσες φορές κι όλα αυτά έχουν ζωγραφιστεί σε έναν αλάνθαστο καθρέπτη που πάντοτε μπροστά μας προσωπίδα επικρέμαται κι ωστόσο ελάχιστες φορές μπροστά στα μάτια μας την βλέπουμε να αιωρείται. Είναι τα μάτια μας, δε γίνεται να τα δούμε. Δεν είναι η προσαρμογή στο ορατό, είναι η αντίσταση στο υπ- άρχον. Τουτέστιν το άρχον.

Απόδειξη: Κοιτάζω τον ουρανό, έχει συννεφιά απόψε, ωστόσο ο καθρέπτης είναι ο μόνος που δείχνει την αλήθεια κατάφατσα, επομένως ο ουρανός είναι μα την πίστη μου ανέφελος απόψε. Κι ας μην είναι μπροστά μου ο καθρέπτης εκκρεμής. Εκεί μέσα, στον αόρατο καθρέπτη, ο μέγας Αντώνιος κάποιες αδιόρατες στιγμές συναντάει τον μικρό Αντώνη. Ουρανός με ξαστεριά. Χωρίς να δίνει λύσεις στα ερωτηματικά, απλά με τη βαθιά κατανόηση του ζωγράφου στην αλήθεια.

Είναι σάπιο το μήλο, το κάνεις σάπιο. Είναι κόκκινο το μήλο, το βάφεις σφριγηλό. Το ευτύχημα είναι πως κάτι τέτοιες στιγμές επ' ουδενί στο συγκεκριμένο μήλο δε χωράει κανένα σκουλίκι.

{Αλήθεια, πώς παίζεται ένας τρελός του Σαίξπηρ;}

Sunday, January 11, 2009

Σειρήνες


Να είσαι ειλικρινής και να πεις κάτι για μένα. Υπάρχει κάτι αδιόρατα σαφές στην ατμόσφαιρα. Σταγονίδια κυκλοθυμίας. Έλα, πες κάτι για μένα. Θες πάλι να μιλήσω για σενα. Χάιδεψε. Χαστούκισε. Πες πες με κατάφερες, σου λέω. Πάρε δώσε, τί θες, εμένα για σένανε λες, θα σου κλείσω τα μάτια, θα βάλω μιά άλλη συνθήκη να σε φανταστώ εδώ τώρα μα κάπως άλλοτε κι αλλιώς, έχω ανάγκη το ταξίδι γιατί έχεις ανάγκη εσύ το ταξίδι, με πας και με φέρνεις εκεί που έρχεσαι και πηγαίνεις, εγώ δεν ταξίδεψα ποτέ, δεν είδα τα πολλά κι ο νους μου δεν κατεβάζει, είμαι κλεισμένος χρόνια πολλά σε ένα δωμάτιο, χαραμάδα δεν περισσεύει καμιά και θες να μιλήσω για σένα εγώ αταξίδευτος κι αποκλεισμένος. Αυτό που είμαι αποκλεισμένος λες με κάνει ταξιδιάρη, έτσι θα γίνεις ταξιδιάρης κι εσύ, το πιστεύεις, φλυαρώ σωπαίνεις, φλυαρείς σωπαίνω, φλυαρούμε και σωπαίνουμε ταυτόχρονα κι οι δυό, κανένας δε θα νικήσει, να το μόνο ταξίδι που πάω κι έρχομαι κι εσύ μαρτύριο και προορισμός κι αν μιλήσω για σένα εσύ είναι για μένα που μιλάς, σε σώμα έχουν κλειστεί όλες οι φωνές, κι οι δικές σου φωνές χώρεσαν εδώ μέσα, δεν μπορούν να φωνάξουν, μουγγανίζω για να νιώθω έστω μουγγός, νιώθω κουτσός, νιώθω κουφός, κουλός και όλα τ' άλλα, με γλώσσα κοφτή ξυρισμένος άτσαλα στο κεφάλι, πώς κουρευεις τα φαντάρια σα γίδια για να ξεμπερδεύεις, η αφή δεν πιάνει τίποτα, και σόμπα να πιάσει κάστανο δεν καταλαβαίνει από την πυρά, κι η γεύση δε γεύεται, μόνο μιλάει μιλάει μιλάει, κυλά από τη γλώσσα βαθιά κάτι καμμένο σα μέλι, έχει μαλλιάσει να κυλά, ό,τι λέει είναι μια μαλακία μελάτη, η μύτη μυρίζει καυτά τ' απαυτά, έγινα σκύλα, τα αυτιά δικά μου είναι αυτά, πεσμένα άχρηστα, πιστά, σπάω ξυλάκια μέσα στα τύμπανα, ακούω ασύλληπτες τυμπανοκρουσίες στο λαβύρινθο των αυτιών μου, δεν θέλω ν' ακούω άλλο πιά, έχεις κλείσει μέχρι κι εσύ τα αυτιά σου για να αντέξεις, είναι όλα τόσο συρριστικά, δε βλέπω είναι κλειστή σου λέω η πόρτα, δε βλέπεις λες γιατί μου 'χουνε δέσει τα μάτια

Wednesday, January 07, 2009

Καρδερίνες



Υπάρχουν ανεξίτηλες στιγμές. Παιδικές. Μεγαλωμένες στην Αθήνα. Μια Αθήνα πεντάμορφη δε τη λες, ωστόσο παραμυθένια. Τέρας μαζί και κούκλα. Κάτι μίζερες γειτονιές που περίσσευε για τη διάπλαση των παίδων και μια αλάνα απλόχερη πότε πότε, εκεί κάπου στην άκρη.

Αιώνιο καλοκαίρι ακόμη τότε. Με παράθυρα ανοιχτά το στενάχωρον διαμέρισμα το κάνεις, Τασία μου, και καταργείται, όπως συνήθιζε την ώρα του καφέ θυμόσοφα να λέει στη θεία μου η κυρά - Ντίνα απέναντι (θεός σχωρέστην). Πριν τρέξω στην αλάνα εγώ. Κοιτάζω όχι πολύ μακριά, μέσα από παράθυρα ανοιχτά, τα άλλα παιδία παίζει. Τ΄αγόρια ποδόσφαιρο, λάστιχο τα κορίτσια. Συμπούρμπουλοι κρυφτό.

Παράθυρα ανοιχτά. Εκεί έξω. Τα παιδία φωνάζει. Να κατέβω στην αλάνα κι εγώ. Να πω την αλήθεια ξεκάθαρη, πάντα λιγάκι βαριέμαι αυτό που πρεπει εκεί κάτω να κατεβαίνω (τώρα ευτυχώς έγινε η αλάνα απλόχερο σούπερ μάρκετ. Εγώ πάντως βαριέμαι ακόμα και τώρα εκεί κάτω να κατεβαίνει). Το καναρίνι μέσα στο κλουβί κελαηδά. Εκεί έξω κι αυτό, μαζί με τα παιδία. Ωστόσο, όχι στην αλάνα, στο μπαλκόνι. Στο καρφί. Ώρες ώρες τούτο το καναρίνι ακόμα και σήμερα θα ήθελα να γινόταν να' μαι γω. Από μικρός το ζήλεψα αυτό το καναρίνι.

Εδώ μέσα. Κάτι περίεργες γυναίκες μου 'χουνε πάρει τη φωνή. Κάνουνε λέει δουλειές για το σπίτι. Στην πραγματικότητα έχουνε φέρει ολόκληρο το σπίτι άνω κάτω. Τηλεφωνούν η μιά στην άλλη, μαθαίνουνε τα μυστικά της γειτόνισσας, μια συνταγή, τις δουλειές που κάνουν τις λένε συνηθισμένες. Το καναρίνι κελαηδά (θα ψοφήσει από τσίμπημα σφίκας στο μάτι λίγες μέρες μετά). Εγώ κοιτάει.

Τα παιδία παίζει. Έξω. Τα γύναια μαγειρεύει. Μέσα. Άλλες εποχές. Δώσε σύνταξη στην Αττική που χει χρεωκοπήσει. Λιχουδιές που έκτοτε δεν ξανάφαγα στη ζωή μου. Μυρωδιές που δεν μύρισα στη ζωή μου ξανά. Οι ίδιες περίεργες γυναίκες μαγείρεψαν από τότε τόσες και τόσες φορές. Τις ίδιες πεντανόστιμες λιχουδιές πάλι και πάλι. Συνηθισμένες...

Ξέχασα το βασικότερο. Το ραδιόφωνο παίζει. Κι άλλες περίεργες φωνές. Κάτι περίεργα τραγούδια. Απέξω; Απομέσα; Καρδερίνες...

Thursday, January 01, 2009

Traces


Δεν είσαι συ γι' αυτά, τί σε φορτώνω;
Εσύ την ησυχία σου, το βλέμμα σου στα υπογραμμισμένα
να μη χαθεί εκατοστό
παρ' ολ' αυτά
παρ' όλ' αυτά
σ' ευχαριστώ
δεν είσαι για μεγάλες περιπέτειες, το σέβομαι
ένα περίπατο στο κέντρο το πολύ
καμιά φορά στη θάλασσα
ως εκεί
παρ'ολ'αυτά
παρ' όλ' αυτά
μου είν' αρκετό
προσπάθησες να είσαι κάτι άλλο κι ας μην πέτυχε
εγώ είναι σα να γύρισα τον κόσμο
κι ας μη σε κούνησα όσο θέλω απ' τη βολή σου
κι αν δε σε κούνησα όσο θέλω απ' τη βολή σου
με τα καράβια που με πήγαινες να δω
με τα καράβια που με πήγαινες να δω ταξίδευα...
ταξίδευα...
ταξίδευα...
Κι ας είδα τη ζωή στην τηλεόραση
κι ας διάβασα τα πάντα στα βιβλία
κι ας ήμουν και δεν ήμουνα στο πλάϊ σου
κι ας ήμουν και δεν ήμουνα στο πλάϊ σου ταξίδευα...
ταξίδευα...
ταξίδευα...


Νομίζω το τραγούδι αυτό βγήκε απευθείας από το 2008 και έχει βάλει πρόσω ολοταχώς κατά το 2009 που μόλις από χτες σε 364 πιά επαναλήψεις από σήμερα για τί σκαρί πρόκειται θα ΄χει το τράτο να αποδείξει. Για έναν περίεργο λόγο τα πολλά μικρά λογάκια που έχει μέσα του το καινούργιο τραγούδι του Γεράσιμου, της Νατάσσας και του Θέμη μου φαίνονται πιό ευθύβολα από ποτέ. "Κι ας μη σε κούνησα όσο θέλω απ΄τη βολή σου με τα καράβια που με πήγαινες να δω ταξίδευα" Όχι μόνο στη δική μου ζωή. Αλλά και στις ζωές μας. Που έφτασαν χτες ως εδώ και από σήμερα έβαλαν ρότα για παραπέρα. Οι ταξιδιάρες...

Προσπαθήστε να δείτε λιγάκι πέρα από το φαινόμενο εγώ και το φαινόμενο εσένα. Υπάρχει όντως σε αυτούς τους στίχους μια μικρή διαφορά. Προσπαθήστε να δείτε πέρα από τις λέξεις. Σε μια άλλη προοπτική. Την απέραντη θάλασσα. Ένα διάλογο του εγώ με το εσένα, ένα διάλογο του 9 με το 8 που δεν τα κατάφερε και παρήλθε. Κυρίως όμως έναν αφοπλιστικό διάλογο και ειλικρινή του εγώ, πάνω και πέρα από όλα αυτά, με το εμένα.

Προσπαθείστε, θα δείτε. Οι μόνοι πραγματικοί διάλογοι, όσα πρόσωπα κι αν παίξουν κάποια στιγμή στο εργάκι, τη ζωή μας, θα είναι στην ουσία φωνές εξαίσιες μα πάντα δανεικές από ένα και μονο αφοπλιστικό εσωτερικό μονολογάκι που εξαιρετικά λίγες φορές τολμάμε και επιτρέπουμε οι ίδιοι στην ψυχή μας να συντελείται.

Σε συνέχειες. Με ακατανοήτες επαναλήψεις η ζωή. Κάθε χρόνο. Τέτοια ημέρα. Ανανέωση και καθαρμός. Στη θάλασσα. Ως εκεί. Το ένα εκατοστό ώρες ώρες λιγάκι πιό πέρα που ποτέ δεν θα φτάσεις. Παρόλαυτά. Οι στιγμές που είμαστε και νιώθουμε το πλάϊ μας μαζί. Μόνο τότε μπορούμε να γίνουμε κι οι άλλες...

Ξεκάθαρο προσπαθώ να αποδώσω το συναίσθημα της φετινής Πρωτοχρονιάς. Την ώρα που άλλαξε πραγματικά σαν πρώτη φορά μέσα μου ο χρόνος. Το ένιωσα. Γιατί άκουσα αυτό το τραγούδι. Και αποτραβήχτηκα διακριτικά απ' την παρέα. Και δάκρυσα. Tρελλαμένα. Από μια σύγκορμη συγκίνηση. Γιατί ήμουν εκεί και ήμουνα λιγάκι και πλάϊ μου. Και ας μην ήσουνα στο πλάϊ μου πιά εσύ. Γέρε χρόνε, φύγε τώρα, πάει η δική σου η σειρά, δειλά σου ψιθύρισα. Παρολαυτά. Με τραύματα, με σημάδια υπήρχες.

Καλή χρονιά, καλή χρονιά, χαρούμενη, χρυσή Πρωτοχρονιά, είπα λίγο πιό θαρρετά. Παρολαυτά. Τότε αποφάσισα να διώξω απ' την Πρωτοχρονιά αυτή όλα τα περιττά στολίδια. Και ξαναδάκρυσα. Λυτρωμένα. Και έγραψα κι αυτά εδώ σήμερα τα περιττά για να πω και λιγάκι πως εκείνη την ώρα στο πλάϊ μου έγινε και ήρθες. Κι ας είχες φύγει μόλις λίγα λεπτά πριν... Κι αυτό εδώ είναι το ευχαριστώ που μ΄όλη τη επίγνώση της ήττας μου μπορώ ακόμα να τραγουδάω με τη φωνή καθαρή ότι μέσα σου και μέσα μου ταξιδεύω...