Φοβάμαι να σε αντικρύσω
το παρελθόν πάντα επιστρέφει
αντιμέτωπος ήρθα με τη ζωή μου
Τις νύχτες φοβάμαι
οι αναμνήσεις τα όνειρά δένουν
ταξιδεύω κι αργά ή γρήγορα να σταματήσω πρέπει
Η λησμονιά που καταστρέφει τα πάντα
σκότωσε τις παλιές μου πλάνες
κρατώ όμως ελπίδα κρυφή
κι αυτός είναι της καρδίας θησαυρός
Γυρνώ πίσω
με σημάδια
και πάχνη απ' το χρόνο
ασημένια στο πρόσωπο
Νιώθω τη ζωή μια στιγμή
και τα χρόνια τα είκοσι ένα τίποτα
τα μάτια μου κόκκινα κοιτούν στη σκιά
κι εσένα φωνάζουν
Ζω με ψυχή αρπαγμένη
απ' αυτό που γλύκα πάλι θυμάμαι και κλαίω
Τα τελευταία χρόνια άκουγα συχνά τους καθηγητές να μιλούν για την αρχαία ελληνική τραγωδία. Έλεγαν και είχα πειστεί οτί είναι είδος ποιητικό και έντεχνο σε βαθμό που δεν αφορά την εποχή μας, είδος που έχει κλονιστεί, απλούστερα μιλώντας πες το και πεθάνει. Ομολογώ ότι ήμουν μαθητής καλός. Στο θάνατο όμως κομμάτι δύσκολο να είσαι αριστούχος. Απόψε βλέποντας την τελευταία ταινία του Αλμοδοβάρ, επιβεβαίωσα ότι μπορώ να είμαι κι ό,τι θα κάνει τους καθηγητές μου να διαφωνήσουν. Κακή εκπαίδευση θα μου πείτε.... Ας μην ξεφεύγω απ' το θέμα. Απόψε είδα την πρώτη μου επίσημα πολύχρωμη τραγωδία. Χωρίς αμπέχωνο. Κι ένιωσα μια υπερηφάνεια... Για τη Μεσόγειο. Κι έκτοτε σκέφτομαι κάπως έτσι. Το Λόρκα, τον Ευριπίδη, τον Σοφοκλή κυρίως.