Monday, October 05, 2009

Απόψε: όσο κρατάω μια σιωπή



Και έρχεται η ώρα της ημέρας που γίνομαι αδύναμος. Περνάνε της ημέρας όλα τα λεπτά έτσι, δεν τα καταλαβαίνω καλά καλά μόνο σαν έρχεται πάντα νύχτα βαθιά ξεμένω ανήμπορος εδώ απέναντι να χαζεύω. Δεν έχω πολυτέλεια να αντισταθώ. Ο χρόνος γίνεται ξαφνικά ένα ανεπαίσθητο παραμύθι, εγώ ακούω μυστικά και σωπαίνω, συναντάω μια βασιλοπούλα ντυμένη ακριβά και δεν μπορώ με τόσα κουρέλια να την ξεγελάσω. Και είναι τόσο αργά και δε θα μεταμορφωθεί ποτέ σε μικρή σταχτομπούτα η πριγκίπισσα που με άφησε με το γοβάκι στο χέρι.

Θα ήθελα πολύ να γράψω κάποια στιγμή μια ιστορία μεγάλη. Όχι μεγάλη γενικώς δηλαδή, μεγάλη επειδή θα μου τη λες εσύ, θα μου εμπιστεύεσαι και την παραμικρή λέξη. Εγώ καθισμένος στο ίδιο μπαλκόνι, χωμένος στα χαρτιά θα σημειώνω και θα σημειώνω αχόρταγα και άπληστα όλα εκείνα που δεν έχουν ειρμό, μα είναι τόσο δικά σου, λέξεις ακάλεστες, ακατάληπτες, αλάνθαστες, όλες εσύ κι εγώ ακριβώς να μην καταλαβαίνω, χρώματα πανέμορφα κι ολόλευκα από αυτά που θα γίνουν οι πιό ακριβές αναμνήσεις, αντιδράσεις και εκφράσεις που παίρνεις στο πρόσωπο καθώς με κοιτάς χαμογελαστά με τα θλιμμένα σου μάτια και μου εμπιστεύεσαι σιγανά και κρυφά τη σιωπή μέσα σε αυτή την ευκίνητη παραζάλη.

Θα έρχονται σιγά σιγά μια μια οι μορφές, θα αγκαλιάσουν τη μνήμη, ήσυχη η πιο δικιά σου φωνή θα έχει αγκαλιάσει εμένα και θα σε αφήνω να μιλάς συνέχεια σε αυτές τις πιό χαμηλές και παιχνιδιάρικες εντάσεις, είναι ικανές να προσφέρουν τόση ηδονή και ας φυσά τώρα ήρεμος ο σκοτεινός αέρας σε ετούτο το μπαλκόνι, να μη σωπάσεις ποτέ πιά, να μην το επιτρέπεις εσύ σε εσένα κι ούτε εγώ να σου το επιτρέπω, να είμαι εκεί για να μιλάς κι εγώ να ακούω με τα αυτιά μου και με τα μάτια αχόρταγα κάθε σου αναστεναγμό και κάθε μικρή σου λέξη.

Και να λες ένα παραμύθι που θα είναι δύσκολο το καλό απ' το κακό να ξεχωρίσει, το παραμύθι που συμβαίνει στ' αλήθεια κάθε στιγμή κάθε λεπτό εκεί μπροστά στο μπαλκόνι αρκεί να υπάρχει κάτι να κυλά τρεχούμενο ανάμεσά μας και να μην έχει σημασία που δεν είναι το παραμύθι το δικό μας η ιστορία της ωραίας κοιμωμένης, η μοίρα της σταχτομπούτας, το σπίτι το γερό από τα τρία γουρουνάκια. Σε όλα τα παραμύθια που άκουγα παιδί επέλεγα να αφήνω πάντα κάτι ανεξήγητο από μαγεία για τέλος. Απόψε μάλλον πρόδωσα. Εσένα και το μονάκριβο παιδί μου.

3 comments:

Anonymous said...

@
στο βιντεάκι υπάρχει μιά στιγμή
όπου φαίνεται ένα φεγγάρι - νύχι.
σιγά σιγά, το φεγγάρι - νύχι μεταμορφώνεται σε ήλιο !

χτες Κυριακή, ξημέρωμα,
πηγαίνοντας στη δουλειά
είδα στον ουρανό
ένα γεμάτο φεγγάρι να δύει
κι άκουσα κόκορα να λαλεί !
(πού βρέθηκαν τα κοκόρια μες στις πολυκατοικίες ;!)

το βράδυ γυρίζοντας σπίτι
είδα το ίδιο γεμάτο φεγγάρι να ανατέλει !
κι ένα νυχτολούλουδο μύριζε ολόγυρα.


foteini

karkinos7 said...

Να μην κρατάς μια σιωπή!Την Καλημέρα μου.Πάντα καλά!

tovenito said...

εμένα μου άρεσε αυτή η σιωπή. σχεδόν μαγευτική!
και συγγνώμη που μίλησα κιόλα ;-)