Η αμηχανία είναι μια διαπραγμάτευση με το χρόνο. Ολοένα και περισσότερο μέσα στα χρόνια τείνω να θεωρώ τον Χρόνο ένα μεγάλο Θεό. Ίσως τον μόνο αληθινά μεγάλο Θεό. Στον οποίον ομνύουν και τον οποίο επικαλούνται οι άπαντες. Πιό πιστά, πιό ματαιόδοξα ακόμα κι από το χρήμα. Το χρήμα φαντάζει απλά μια ευκαιριακή διάθεση στον χρόνο. Ένα ξεγέλασμα κι ένα προπέτασμα καπνού. Χρυσάφι να θαμπώνει τα μάτια.
Ακόμη κι αυτός ο πολυμήχανος ήρωας, ο αρχαίος πρόγονος των επικών διαστάσεων, ο Οδυσσέας, εκείνο με το οποίο ουσιαστικά διαπραγματεύτηκε για να κατανικήσει την αδυναμία, την αμηχανία του χρόνου ήταν ο καιρός, οι συνθήκες κατά περίστασιν μέχρι να εφεύρει τον Δούρειο Ίππο, μέχρι να γλιτώσει από το μαγευτικό της Κίρκης κρεβάτι και τη γλυκιά ηδονή της ατελέσφορης Καλυψώς. Χρόνια δέκα επέστρεφε σε μια αγκαλιά, στης Πηνελόπης του την τέλεια αγκάλη. Αν αυτός ο δεινός του χρόνου και του καιρού ταξιδευτής πλανέυτηκε μέσα στο σύμπαν για δέκα χρόνια, χώρια τα χρόνια της Τροίας στην αναμονή, είμαστε χαμένοι όλοι εμείς που δεν μας ετάχθηκε μοίρα ηρωική και μάταιος και ματαιωμένος εκ προοιμίου των ανθρώινων μέτρων ο δικός μας αγών. "Άνδρα μοι έννεπε, Μούσα, αμήχανον..."
Από την άλλη η αμηχανία, η αγωνία του Οιδίποδα φέρνει έναν άνθρωπο αντιμέτωπο με την ουσιαστική όψη των πραγμάτων, αντιμέτωπο με την μόνη αληθινή και σπάνια όραση των ματιών του. Ο Οιδίποδας ένιωσε κατάφατσα, κατάμουτρα που λέμε τη φθορά. Δεν ήταν ότι το κακό δεν άντεξε, ήταν ότι ήθελε, πόθησε να βρει το δρόμο μες το χρόνο προς την ελευθερία, τη διαφυγή από την λήθη με την α - λήθεια. Προσπάθησε μόνο να θυμηθεί αυτό που είχε ξεχάσει. Τίποτα περισσότερο. Απόδειξη πως ακόμα κι ένας βασιλιάς τίποτα περισσότερο δεν κάνει. "Πλούτη και τυραννία και τέχνη ανώτερη από κάθε άλλη τέχνη μέσα στην πολυζήλευτη ζωή..."
Με έναν τρόπο είτε τραγικά είτε ηρωικά έστω ανώνυμα όλοι επιζητούμε μία δικαίωση στην Ιστορία, την διαπραγμάτευση πέρα και πάνω και έξω από το υπαρκτό, σ' ένα χρόνο αιώνιο και δεδικαιωμένο που μάλλον στο κεφάλι μας έχει προϋπάρξει. Πρώιμα, αιωνίως και αενάως πλατωνίζοντας επιχειρούμε να βρούμε κάτι που έχει απ' την αρχή μας απωλεσθεί κι αυτό μας εξασφαλίζει την αίσθηση της θνητότητάς και την ίδια στιγμή τη λαχτάρα μας να την υπερβούμε. Σε μια πτέρνα αχίλλειο πατάμε για να στηριζόμαστε στο οικοδόμημά, αυτόχθονος είναι ο ίππος της Τροίας, ο σπόρος που αν και θελήσαμε να τον σκοτώσουμε στο τέλος κατάφερε να μας γεννήσει, να μας κάνει ένα τρία στην πρόσθεση που στα μαθηματικά δίνει στο ένα συν ένα άθροισμα λογικά δύο. Αγία Τριάδα...
Οι στιγμές, οι ρωγμές για το επέκεινα επενδύονται στο εδώ και στο τώρα. Στις μικρές συναντήσεις μας, στα βλέμματα που δεν έχουν το θάρρος εκεί που μιλάμε μέχρι το τέλος να κοιτάξουν και με τους πλέον οικείους μας ακόμα να συναντηθούνε κατάματα. Και κυρίως κάτι ούτε κάν ώρες, όμως μόνο στιγμές που νομίζεις ό,τι κι αυτό που το ζεις προς στιγμήν το έχεις και άλλοτε ξαναζήσει και παροδικά νομίζεις πως έχεις την αίσθηση ότι ξέρεις τί θα συμβεί παρακάτω, τότε κυρίως αμηχανία μυρίζει, η ώρα μυρίζει και θεάται ο Θεός. Δεν με έχει πείσει απολύτως τίποτα πως πίσω από όλα αυτά κρύβεται ανεπαίσθητα μια παραδρομή του εγκέφαλου, ένα lapsus απλό και ανώδυνο μόνο, κυρίως επειδή πίσω από τα σφάλματα πιστεύω ότι κρύβεται ο πιό όμορφος και αληθινός Θεός.