Tuesday, April 17, 2012

Περί ταυτότητας κι ένα ημερολόγιο της Μ. Εβδομάδας που πέρασε


Η ταυτότητα είναι πάντα κάτι λιγότερο από αυτό που περιγράφει. Ένα χάρτινο minimum προσδιορισμών ως αδιάσειστο, πλαστικοποιημένο τεκμήριο διαβίωσης.

Την εφοδιαζόμαστε όσο είμαστε ακόμα μικροί φυσικά, στην κρίσιμη ωστόσο χρονική της ζωής μας καμπή, όπου δεν μπορούμε ακόμα με βεβαιότητα να ξεκαθαρίσουμε τα βασικά μας χαρακτηριστικά ωστέ να τα κρατήσουμε ατσαλάκωτα στο διηνεκές  μιας ενηλικίωσης χαρισάμενης - παραμένει ωστόσο ασαφές πότε παραδείγματος χάριν θα πάρουμε το ακριβές ύψος μας· για να μη μιλήσω για την φευγαλέα αστοχία της ατομικής φωτογραφίας.

Αυτό σημαίνει μια επιπολαιότητα στη συναλλαγή εσωτερικού κι εξωτερικού σύμπαντος κόσμου, μια ασυμβατότητα στην πρώτη κιόλας συνεκτική κοινωνική του δομή, ένα υπό διαμόρφωση διαρκή υλικό - ίσως παραγόμενο κι από την ύλη όλων εκείνων των ονείρων που αποσιωπούμε - που μόνο στα πίσω πίσω της ύπαρξης μπορεί να αξιολογηθεί. 

Επομένως, μάλλον αυτό το διπλότυπο ύπαρξης και ανυπαρξίας απομένει μοναδικό αποδεικτικό ατομικής ετερότητας, όταν πια η ταυτότητα άλλο δε φαίνεται να είναι από το περίγραμμα μόνο ενός ακόμα σώματος που μένει χαραγμένο στα πατώματα ύστερα από το εκάστοτε κατά corpus christi έγκλημα της αθανασίας.

Ας  ξεκινήσουμε κάπως έτσι. Ακολουθεί το ημερολόγιο μιας Μεγάλης Εβδομάδας στα 2012 - δεν καλώ κανέναν να το πιστέψει.

7 Απριλίου 2012, Σάββατο του Λαζάρου

Λάζαρος: αυτοάνοσος αγαπημένος φίλος του Χριστού. Η προσπάθεια προηγείται της προσπάθειας. Ένα τετράγωνο στις δυνάμεις των Αρρυθμών. Τούτο το Σάββατο είναι ένα χωνί μέσα σε ένα άλλο χωνί. Ποιος χωνεύει όμως περισσότερο ποιόν; Αναζητήσατε απαντήσεις στην Αλχημεία.

Θάνατε, μην επαίρεσαι. Με αυτό που προστάζεις συμβιβάζομαι. Το «δεύρο έξω» προσμετράω για ανταπόδοση και ξαναγυρνάω σε ένα σπίτι που δεν έχει πόρτα. Καθένας έχει τον δρόμο του να αναπλάθει την ιστορία. Άνοιξα λοιπόν κι εγώ το βήμα μου με μεγάλες προσδοκίες, στάθηκα μπροστά στην ξεχαρβαλωμένη αυλόπορτα «Χαμένος Παράδεισος»,  την είδα ωραία πύλη και μπήκα· ξεναγήθηκα στην ίδια ιστορία:  Ένθεη μανία για επιστροφή σε αυτό απ´ το οποίο με λύσσα προσπαθείς να ξεφύγεις. Κι όσο θυμάμαι την ατάκα «Μάρθα, Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· ἑνὸς δέ ἐστι χρεία·» αδιαλείπτως προσεύχομαι για το θαυματουργό άπειρο που μου αναλογεί να εισπνέω.

8 Απριλίου 2012, Κυριακή των Βαΐων

Τις Κυριακές των Βαΐων τα θέατρα κατεβάζουν την ψευδή πορφύρα τους. Το δράμα συνεχίζεται μέσα στην ενορία. Ο ευλογημένος ερχόμενος ρίχνει πάνω του τώρα ένα πρόχειρο ένδυμα, ντύνεται την κατηγορία «δια χριστόν σαλός» κι απομονώνεται στο κέντρο της σκηνής ως βασιλιάς τρελών ή κακούργων. Τρώμε ψάρι, γι’ αυτό και τηρούμε τιμής ένεκεν στο πάθος κάθε αποδιοπομπαίου σιγανό τερέτισμα ισχύος: «λάμπρυνόν μου την στολήν της ψυχής, φωτοδότα, και σώσον με».

9 Απριλιου 2012, Μεγάλη Δευτέρα

Ο Χριστός στη μαχαίρα. Στην εικόνα του αιχμάλωτου τρεμοπαίζουν ίδιοι με φλόγες κεριού νικητές και χαμένοι. Προαιώνιο, άσβεστο εμφύλιο δράμα της εξουσίας. Κάθε μερα που περνά διεξάγεται κι ένας ακόμη παγκόσμιος πόλεμος. Ανομολόγητα, απροσκύνητα, ακήρυχτα πολεμάμε ένας για όλους και όλοι κατά ενός, αδελφικά.

10 Απριλίου 2012, Μεγάλη Τρίτη

Ο Χριστός εκρύφτη. Κάθε πίστη κρύβει λίγη αγάπη σε μια ιστορία που δεν έχει εκπληρωθεί: ...δε θα σε σκοτώσω μπρος στα μάτια σου, υπακούω σε κανόνες αρχαίας τραγωδίας, σε κανόνες άγνοιας και πάθους υπακούω· ένας ναός με είδωλα ο έρωτας αν σε σταυρώσω εκεί δε θα' ναι για να σε δω να πεθαίνεις, όχι, θα' ναι για τη στιγμή που σε αποκαθηλώνω, θα έχεις μάθει τότε τους ίδιους κανόνες, θα θες να αναστηθείς μα δεν θα μπορείς μπρος στα δικά μου μάτια· επέλεξες στον έρωτα να είσαι Χριστιανός, εντάξει μα εγώ τα είδωλα λατρεύω και το τώρα φρόντισε, νεωκόρε, να μη το μετανιώσω, τότε μονάχα μύρο τα πόδια σου θα αλείφω, βλέπεις, το χρέος μου το ξέρω να τα τελειώνω όλα εδώ και όχι άλλου οίκου θεού δραπέτης, αλλά θα με συγχωρείς ή θα σταυρώνεσαι σε άλλο σταυρό δεσμώτης; το δικό μου αμάρτημα άφησες εκκρεμές για τη δευτέρα θανή σου· δεν σήκωσες όλο το βάρος του κόσμου καθώς λες γιατί εμένα δε με αγάπησες ακόμη.

11 Απριλίου 2012, Μεγάλη Τετάρτη

O Χριστός εχάθη. Το βράδυ γύρισα μόνος στο σπίτι μου. Ο γάτος περίμενε νυσταγμένος στη γωνία. Χάϊδευα και θυμήθηκα πάλι τα χρόνια εκείνα στο γουστόζικο σαλονάκι της γιαγιάς όπου κάναμε συχνά πυκνά το ευχέλαιο μη μας πάρει που λένε η κάτω βόλτα. Γονατίζαμε όλοι κάτω από το καλυμαύχι του παπά κι ήταν ευλογημένη και κατανυκτική η αμηχανία να κοιτάζουμε και να καταπίνουμε πνιχτά το γέλιο μας καθένας μέσα στου άλλου τα μάτια. 

12 Απριλίου 2012, Μεγάλη Πέμπτη 

Ο Χριστός ευρέθη. Μια μέρα ο Χριστός βρέθηκε σε ένα δωμάτιο με τουλάχιστον δώδεκα καθρέπτες κι έπρεπε να απαρνηθεί όλες τις προδοσίες του για να δικαιώσει μια μοναδική αυταπάτη. Μυστικός ο δείπνος αυτός, αν και γενέθλιος ημέρα της Θείας Κοινωνίας: εορτάζουμε τον απόηχο από χίλια τόσα κομμάτια ενός που σπάει. Λάβετε φάγετε, λοιπόν, πίετε εξ αυτών πάντες.

Δεν ξέρω αν έχουν δίκιο τα ευαγγέλια, πάντως τα παρουσιάζουν όλα στη συντέλεια: ο κήπος των Ελαιών, η προδοσία, το ψεύτικο φιλί, το κομμένο αυτί, το ποτήρι που άδειασε ως της ψυχής τον πάτο, ο Πιλάτος, τα πλυμμένα χέρια, τα σταυρωθήτω, το αίμα πάνω στα παιδιά μας και στων παιδιών μας τα παιδιά, ο κόκκορας, ο αδιάβατος κρανίου τόπος, οι σταυροί, τα καρφιά, ο ευαίσθητος και ο άπληστος ληστής, ο κλαμμένος και ο κρεμασμένος μαθητής, το διψώ, το ξίδι και η χολή, η λόγχη, η εγκατάλειψη, ο σεισμός καὶ τὸ καταπέτασμα τοῦ ναοῦ που ἐσχίσθη εἰς δύο ἀπὸ ἄνωθεν ἕως κάτω, όλα στημένα στην εντέλεια της ίδιας μηχανής από την εποχή της Αντιγόνης. Αγαπητοί αμετανόητοι εν Χριστώ αδελφοί, φοβάμαι ότι ούτε το «Ιησούν ή Βαραβάν» ήτανε δίλημμα ποτέ. Σε κάθε επανάσταση όταν όλοι την κρίσιμη στιγμή γινόμαστε ένα και το αυτό πρόσωπο, σημαίνει ώρα ενάτη. 

13 Απριλίου 2012, Μεγάλη Παρασκευή

Ο Χριστός στο καρφί. Μια μέρα που θαμπώνει τις αισθήσεις. Απορώ με το χρόνο: η επαύριον μπορεί να είναι και ημέρα αναστάσιμος,  μέσα από όγκους ανθέων στενάζει όμως πάντα μια υποψία αναπαύσεως και νίκης κατά κράτος του εχθρού· ε, λοιπόν κάτι τέτοιες ώρες σκέφτομαι τους προδότες και τα φιλιά όσων αγάπησα· ανασαίνω· πάνω στα μάγουλά μου μετριέται σε αργύρια η χασούρα· καλέστε την αγχόνη όπως εισέλθει πρώτη εις την βασιλείαν του σταυρού.

Κι ύστερα μπλέχτηκα πάλι μέσα στην κίνηση και τον κόσμο. Γενεαί άπασαι της συναφείας. Σκέφτομαι ότι ακόμα και οι λιτανείες είναι μια καλή λούπα για να μετράς την άπωση και την έλξη, την ανάγκη να απομακρύνεσαι ή να πηγαίνεις μαζί. Μα είναι ωραίο να μένεις και λίγο μόνος τούτες τις μέρες.  Ύστερα πια δε σκέφτομαι, αρχίζω να απομακρύνομαι μέσα σε έναν υπόκωφο δρόμο που έχει αδειάσει εντελώς. Πίσω μου, στην κεντρική πλατεία της πόλης, συνεχίζεται ακόμα η περιφορά του επιταφίου.  Ένα αεράκι τρέμει κι εκείνο βουβό, κάνει ή δεν κάνει κρύο δεν ξερω, έτσι χωρίζονται οι ενοχές; - συγγνώμη εποχές ήθελα να πω… Ο απόηχος από τις φιλαρμονικές προδίνει την ζωή εν τάφω. Εγώ κοιτάω ένα δέντρο του Απρίλη, πώς σκάει στον κορμό. Επιβεβαιώστε το, προς το παρόν απουσιαζει, αν σας ρωτησουν. Αν όχι, κρατήστε την καρδιά του ζεστή απαλά στα λυσσασμένα δόντια σας. Μέχρι αύριο.

14 Απριλίου 2012, Μεγάλο Σάββατο

Πρώτη Ανάσταση. Το σώμα μόνο κοιμόταν γιατί με ξύπνησαν από το φωταγωγό ανεβαίνοντας των παιδιών οι φωνές. Ο θάνατος συνηθίζεται· είναι μια καθημερινότητα η αίσθηση της μετάβασης καθώς βγαίνει και μπαίνει από τον ύπνο στον ξύπνιο το σώμα· ένα παιδικό παιχνίδι, μάλλον κρυφτό: Πώς ξετυλίγεται και ξεσηκώνεται αντίστροφη από την αφθαρσία η φθορά; Πώς απομένει ανείπωτο το σκοτάδι μέσα στα ανέσπερα φώτα;  Νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν. 

 http://3x4-passportguramchachanidze.blogspot.com/2012/04/blog-post_6556.html

Friday, April 13, 2012

Αποκαθήλωση



Κάρλες: Ωραία, θα σου πω άλλο παραμύθι... Μια μέρα που ο Χριστός ήταν αφηρημένος - ξέρεις ποιός είναι ο Χριστός, ε; -, μια μέρα λοιπόν που ο Χριστός ήταν αφηρημένος, πάει ενα παιδί, παίρνει μια σκάλα, ανεβαίνει στο σταυρό και του βγάζει τα καρφιά απ' τα χέρια. Τότε ο Χριστός πέφτει με τα μούτρα στο έδαφος, έτσι, πλαφ, και το κεφάλι του σκάει σαν καρπούζι. Ο πιτσιρικάς στέκεται και τον κοιτάζει τρομαγμένος. Ο Χριστός βλέπει το τρομαγμένο πρόσωπο του πιτσιρικά, το κοιτάζει, οσο μπορεί τελοσπάντων, γιατί τα μάτια του είναι γεμάτα αίματα και δεν μπορεί να δει καλά, έχει σπάσει τη μύτη του και τέσσερα δόντια, αυτή τη φορά ούτε η μάνα του δεν τον αναγνωρίζει. "Γιατί το έκανες αυτό;" ρωτάει ο Χριστός με μια ψιλή φωνούλα. Κι ο μικρός απαντάει: "Λυπόμουνα πολύ, Κύριε, λυπόμουν πολύ που σας έβλεπα μ' αυτά τα καρφιά". Και τότε ο Χριστός τον κοιτάει και του λέει: "Να μην βοηθάς κανέναν αν δεν στο ζητήσει, τέκνον μου."

Από το θεατρικό έργο του Carles Battle, Oblidar Barcelona
μετάφραση Ομάδα Els de Paros.


Wednesday, April 11, 2012


Και για να έχεις να κοιτάς παραπέρα 
θα υπάρχει στη θάλασσα μια σπιθαμή που δε βούτηξες 
το σύννεφο και το αστέρι που δεν τόλμησες να πιάσεις 
κι εσύ να μετανιώνεις που δεν έφτασες εκεί 
που μπορεί να μην μπορούσες να φτάσεις.