Πολλές φορές αναρωτιέμαι τι' ν' αυτό που δένει το συναίσθημα με μια εποχή. Άλλες τόσες θα ήθελα να αποδέχομαι όλες τις εποχές εντός μου. Εκφάνσεις ενός ενιαίου και αδιαίρετου προσωπικού αισθήματος. Γνώριμο, παρήγορο, κάτι για την ώρα που χάνω τις ακριβείς μεταβάσεις. Φθινόπωρο, άνοιξη, πού κάνουμε σταθμό; Έρωτας ανυπεράσπιστος, παντοδύναμος προβάλλει, ξεφεύγει, κάπου ανάμεσα, πυκνοκατοικημένα τα στενά της πόλης. Στην εξοχή παραβγαίνει ένα παιδί. Μ' ένα χαρταετό. Φαινόμενα πεταλούδας και φαντασία του χάους. Κάποτε πίστευα δε χειμωνιάζει, μόνο η ανάγκη μας αλλάζει για περισσότερα ή λιγότερα ρούχα. Μεγαλώνουμε. Με όση βεβαιότητα βρίσκουν πολύ συγκεκριμένα και ακαριαία το δρόμο για να προσβάλουν την όσφρηση την άνοιξη οι νεραντζιές, με άλλη τόση σιγουριά δυο σταγόνες βροχή απ' τα σύννεφα μπορούν να συνάξουν όλο το φθινόπωρο στο πρόσωπό μου. Το παιδί τρέχει. Ο χαρταετός; Κοιτάζω παράθυρο. Δεν είναι δυνατόν να ορίσω τη διαφάνεια μιας σταγόνας σε λέξη. Μετά το καλοκαίρι, ο ουρανός συννεφιασμένος μοιάζει εντελώς ξεχασμένος προορισμός. Ακούω. Ο ήχος της βροχής, τριξίματα μες στο σπίτι. Βγαίνω. Αέρας σηκώθηκε. Ψιχαλίζει. Κρυώνω; Κάτω από μπαλκόνια μέσα στη βροχή. -Αμπρέλα...! Μπρέλα! Ο Πακιστανός. Όποιος έφτασε ως εδώ έχει μια ιστορία ν' αντέχει. Μια ιστορία προοπτική, μια ιστορία ουρανομήκη, μια ιστορία μη εποχιακή. Παιδιά διαρκείας και δρόμος αντοχής. Σ' αγαπώ πιο πάνω απ' τα σύννεφα. Ο ουρανός κατά τόπους δεν είναι κατσούφης κι εσωστρεφής.
(Το κείμενο αυτό γράφτηκε για τους Έρωτες Αστικού Πολιτισμού και εκδόθηκε στο αντίστοιχο τεύχος το Φθινόπωρο 2010)
(Το κείμενο αυτό γράφτηκε για τους Έρωτες Αστικού Πολιτισμού και εκδόθηκε στο αντίστοιχο τεύχος το Φθινόπωρο 2010)