Κάποια στιγμή όλα τα γυάλινα κουμπιά μου πρέπει να τα ασφαλίσω. Πέραν όλων των άλλων - προσοχή, εύθραυστον και τα τοιαύτα- πρέπει να απαλλάξω τα μικρά τούτα γυάλινα κομμάτια από τη φωτοευαισθησία ακόμα ακόμα ενός παιδιού σπασμένου. Δεν επιτρέπεται, άσε που δεν αρέσει κιόλας να επαναλαμβάνεσαι, κυρίως αν είναι να ξαναγίνεσαι παιδί. Στην περίπτωσή μου, όποτε συμβαίνει αυτό, οι άλλοι λένε πως ακριβώς αυτό κυνηγώ, εγώ κυρίως τότε όμως λέω, Χριστέ μου, δε γίνεται επιτέλους να μην την ξαναπατήσω; Και βάζω κι ένα θαυμαστικό δυο μέτρα καθώς κρατιέμαι με τα δυο πόδια στο πεντάλ να μη σπάσουν τα φρένα στο καινούργιο Stop! που ξεφύτρωσε πάλι στο δρόμο. Τώρα με πόση πίεση γίνεται κομμάτι να μη σπας, αυτό είναι υποθέτω ένα άλλο ολόκληρο θέμα.
Γιατί δεν είναι δυνατόν πιά να συνεχίζεται αυτό, που μου αρκεί λέω μια αβέβαιη δέσμη φώτα πορείας και ένα ελάχιστο χρώμα για να διακηρύττω σθεντόρεια την εξάρτηση από το περιττό για να υπερασπίζομαι με λύσσα το παραμικρό γυαλάκι σα να ναι να σωθεί μονάχα μέσα από τη διάθλαση του φωτός παραπέρα ο δρόμος κι η ψυχή μου. Κι έτσι να παίρνω το οποιοδήποτε, λιγάκι ανεπαίσθητα πράσινο για μπρος. Πάει, έπαιξα, κόπηκα μόνος μου ο χαζός, δεν έχει άλλο σφάξε μ' αγά μου ν' αγιάσω. Δεν μπορώ να αναμετρηθώ καν με τον δεκάχρονο εαυτό μου μέσα στις λαμαρίνες. Όσο κι αν επιβαίνουμε στο ίδιο αυτοκίνητο ίδια ακριβώς χρόνια εμείς οι δυο.
Έβαλα το χέρι στην πρίζα παρά τις ενήλικες προειδοποιήσεις για το αντίθετο. Αλλά δεν είναι εδώ πιά οι Κυριακές στη μικρή εκκλησία που λαμπύριζαν και χάζευα κάτι πρόχειρα, ορθόδοξα βιτρό - περίεργα που συνοδεύει το επίθετο πρόχειρα τη λέξη ορθοδοξία, ε; περίεργο ακόμα περισσότερο κι έτσι που το διατύπωσα κι εγώ σα γενική αλήθεια τούτο εδώ, ε; (ε... ποιά είναι η απάντηση σε ένα σκέτο φωνήεν, αναρωτήθηκες ποτέ; ε;)-. Το μάρμαρο ήταν, είναι και θα είναι κρύο στα σκαλιά τώρα που τα θυμήθηκα. Και το αίμα μονάχα κομμένο το βλέπεις κόκκινο, καυτό. Στο κάτω, κάτω δε φταίει κανείς εδώ που τα λέμε. Μόνο μη γίνεσαι πάλι ο εξωτερικός ανταποκριτής από τη μετωπική σου, μη λες παιδί απρόσεχτο πάλι, σε παρακαλώ, κι ότι δε βράζει το αίμα μη λες, γιατί φαντάζει ορθόδοξη ώρες, ώρες κι η απιστία σε έναν που νιώθει μονίμως παραβάτης. Ενηλικιώθηκα. Ιδού η ταχύτητά μου.
Μην μπαίνεις λοιπόν εδώ μέσα κι εσύ, μην καταπατάς. Μην πιέζεις άλλο γιατί θα με ξεσκίσεις. Τα σπάσαμε με δυό λόγια, μεγάλε. Θέλω να πω δεν υπάρχει αναμέτρηση με κανέναν εκτός στο παιχνίδι. Εγώ ενηλικιώνομαι, εσύ ενηλικιώνεσαι, αυτός ενηλικιώνεται. Δεν ενηλικιώνεται κανείς θέλω να πω για λογαριασμό κανενός άλλου. Φταίω εγώ λοιπόν κι όχι εγώ φταίω γι' αυτην την αυτοδιάθεση προς το γυάλινο κι όπως μπαίνει έτσι μπροστά φάτσα φόρα το ρήμα, ξεσπάω σε ένα ένα τα φοβισμένα γυάλινα κομμάτια του εγώ του. Κι όπως τώρα το ομολογώ ακόμα μετανιώνω που μάλλον ακυρώνω αυτή την παραμικρή αίτηση για ασφάλεια δια πυρός και σιδήρου. Άσε που καπηλεύομαι κι αυτη την τρυφερή ηλικία που ναι, έχεις δίκιο, δε γίνεται να μου ανήκει μεθύστερα. Ο χρόνος και ο πόνος εκ των υστέρων δε χαρίζεται ποτέ - όλα τα υπόλοιπα μπορούν ελέυθερα να χάσουν την παιδικότητά τους.
Το καλειδοσκόπιο είναι ένα αφελές παιχνίδι με τα πρίσματα, το ξέρω. Πυροδοτεί αλλά δεν προβλέπει την καταστροφή του. Ασφάλισε τουλάχιστον μόνο το παράξενο γυαλί. Τουλάχιστον αν γίνεται να σωθεί ό,τι γίνεται να σωθεί. Στα κομμάτια.