Κοιτάζω μπροστά μου το καλοκαίρι σαν θάλασσα. Στιγμιαία άκουσα κάποιους άλλους να μιλάνε, αφαιρέθηκα, έχασα για λίγο το μέρος της συγκεκριμένης πραγματικότητας που μας απασχολούσε και βυθίστηκα μέσα στην υπόλοιπη που τώρα μου απέμεινε και μόνο σε εμένα αναλογούσε πιά και σκέφτηκα ότι η ξενιτιά αρχίζει δύο βήματα από τη στεριά και τη θάλασσα και τη μοιράζονται στα δύο κι από κοινού και εκείνος που έφυγε και ο άλλος που απομένει. Γιατί το παρατήρησα ότι με κοίταξαν στιγμιαία λιγάκι περίεργα πριν συνεχίσουν την κουβέντα τους νεράκι και το κατάλαβαν ότι εγώ τάραξα τα νερά και από την κουβέντα τους απομακρυνόμουν. Ήταν σαν την επιφάνεια στη θάλασσα λίγο πιό πάνω λίγο πιό κάτω. Το δράμα εξελίχθηκε στην επιφάνεια. Ναι, η ανάδυση και η κατάδυση. Η πράξη. Άντε το πολύ πολύ και ένας μικρός διασκελισμός όταν χρηστός με πολύ κόπο καταφέρεις να γίνεις και περπατήσεις το κύμα. Η αληθινή όμως ζωή στην επιφάνεια ποτέ δεν άντεξε. Ίσως τελικά και να ζυγίζει αρκετά η βαρύτητα ενός πραγματικού ονείρου. Η αποκάλυψη του ονείρου. Εκεί που σκάζει το κύμα. Σε ένα ακρογυάλι. Και δεν καταλαβαίνουμε τί βρίσκεται μέσα στο νερό όταν είμαστε έξω. Και δεν ξέρουμε τί συμβαίνει εκεί που δεν είμαστε. Κι ούτε έξω μαθαίνουμε ή και ακούμε καν την ώρα που τολμήσαμε και παραδινόμαστε τελικά στο σύθαμπο από ένα γαλάζιο μακροβούτι. Κι ούτε πάλι μόνο δροσιζόμαστε όταν είμαστε εκεί έξω. Αλλά πρέπει να πέσουμε εκεί μέσα για να μην καταλαβαίνουμε άλλο τη ζέστη. Και τότε πάλι έως και να κρυώνουμε νιώθουμε κι αποζητάμε και πάλι τον ήλιο. Διόσκουροι λέει ο Κάστορας κι ο Πολυδεύκης. Οι αστερισμοί. Που το βράδυ μόνο φέγγουν. Αλλά και την ημέρα κάπου αλλού. Στον ουρανό όμως πάντοτε. Βρίσκονται. Χάνονται. Από τα μάτια μας. Από μόνοι τους όμως έτσι κι αλλιώς υπάρχουν. Και όταν χάνονται. Και όταν βρίσκονται. Από τα μάτια μας. Θέλω να πω και όταν τα μάτια μας δεν τους επιβεβαιώνουν εκείνοι υπάρχουν. Πού ακριβώς βρισκόμαστε και ποιά πραγματικότητα ζούμε; Κι αν ζούμε τώρα αυτήν ποιά πραγματικότητα σε κλάσματα του δευτερόλεπτου κιόλας θα αποζητήσουμε να ζήσουμε; Γιατί ευτυχία λέμε εκείνο που δεν έχουμε; Θέλω αυτό το καλοκαίρι να καταφέρω ελάχιστα να δω μέσα από το νερό και πέρα από τον ήλιο. Και την ίδια στιγμή το φοβάμαι. Κι αυτός ο φόβος, περίεργο, κατά βάθος με γλυκαίνει. Σαν ελληνικό καλοκαίρι. Καλώς ήρθε...
Friday, May 30, 2008
Monday, May 26, 2008
Secret combination 2
Πέρασα ένα ομολογουμένως παράξενο Σαββατοκύριακο. Ήμουνα καλεσμένος στο πρώτο συμπόσιο αποφοίτων του τμήματος της κλασικής φιλολογίας του Ρεθύμνου. Την ίδια ώρα κάπου στο Mega μέσα σε ένα κόκκινο δωμάτιο με είχαν ντύσει EMO. Και έπαιζα. H Καλομοίρα στην τηλεόραση τραγούδαγε σε έναν ευρωπαϊκό διαγωνισμό ένα τραγούδι για έναν μυστικό συνδυασμό σε μια χώρα κακομοίρα. Και ήρθε λέει τρίτη. Κι εγώ τώρα κάθομαι και σκέπτομαι ότι κάποτε με κυρίευε το άγχος των πανελλήνιων εξετάσεων για τις συνδυαστικές ερωτήσεις στο μάθημα της Ιστορίας. Μέχρι να συνέλθω απ' την επάνοδο εκθέτω ένα κομμάτι από την ομιλία...
"Το θέμα λοιπόν για το οποίο θα ήθελα να μιλήσω σήμερα εδώ είναι νομίζω με μιαν ευρύτερη έννοια θέμα φιλολογικό. Μιλάω περισσότερο από τη σκοπιά ενός φιλόλογου που έγινε ηθοποιός και αυτό που θέλω να πω εκφράζει μάλλον έναν προσωπικό προβληματισμό σε σχέση με το πώς ενεργεί και πράττει, πώς εντέλει ποιεί με την αρχαία έννοια της λέξης και ο φιλόλογος και ο ηθοποιός, ο καθένας πάνω στη δουλειά του. Γιατί υπάρχει νομίζω πέρα από τις αναμφίβολες διαφορές και μια διακριτική συγγένεια ανάμεσα στις δύο αυτές ιδιότητες. Ο φιλόλογος και ο ηθοποιός είναι, αν το δούμε βαθύτερα, με έναν ιδιαίτερο τρόπο δυό δρόμοι που συμπίπτουν στην ίδια διασταύρωση. Αναβλύζουν πιστεύω από την ίδια πηγή και την ίδια στιγμή τρέχει στα ρυάκια τους το ίδιο νερό. Γιατί το νερό που αρδεύει και τις δύο αυτές περιοχές δεν είναι άλλο από τον ανθρώπινο Λόγο.
Το αντικείμενο της εργασίας του φιλόλογου και εκείνο της εργασίας του ηθοποιού είναι πολύ συγκεκριμένα. Και οι δύο εργάζονται πάνω στο λόγο. Αυτό σημαίνει ότι καταπιάνονται και οι δύο με κείμενα λογοτεχνικά την μαγεία των οποίων είναι η δουλειά τους να ανα - δείξουν και να ανα - μεταδόσουν. Ο φιλόλογος και ο ηθοποιός δεν είναι ουσιαστικά τίποτα πιό σύνθετο αλλά την ίδια στιγμή ούτε κάτι τόσο άπλο όσο επαγγελματίες ανα - γνώστες ενός κειμένου. Είναι οι ανα - μεταδότες μιας πρώτης αφορμής που οδήγησε έναν άνθρωπο στην ανάγκη να κινήσει το χέρι του και να αποτυπώσει την ευαισθησία της σκέψης του τη στιγμή εκείνη ακριβώς πάνω σε ένα χαρτί. Η δουλειά τόσο του φιλόλογου όσο και του ηθοποιού είναι με όπλα τη δική του πιά ευαισθησία ο καθένας, καθώς και με τη δική του πιά ο καθένας συγκίνηση, να προσλάβουν και να αφουγκραστούν της προοπτικές μιάς άλλης ανθρώπινης φαντασίας και της έμπνευσης που ένας δημιουργός χρησιμοποιεί για να πλάσει μέσα σε ένα κείμενο έναν ολόκληρο κόσμο πίσω και πέρα από λέξεις.
Ο φιλόλογος και ο ηθοποιός είναι εκείνοι που αναλαμβάνουν την ευθύνη να κάνουν ολόκληρο το ταξίδι πίσω στο χρόνο και μέσα σε ένα κείμενο και να ανακαλύψουν πίσω από τις λέξεις ή καλύτερα μέσα από τη γεωγραφία των λέξεων ενός δημιουργού, τις συνθήκες εκείνες που γέννησαν στον άνθρωπο αυτόν την ανάγκη ή τις ανάγκες να καταγράψει λέξεις και νοήματα σε ένα χαρτί και να πάρει έτσι τη δική του θέση απέναντι στα μεγάλα θέματα που απασχολούν γενικότερα τον άνθρωπο και τον κόσμο. Ποίηση ίσως είναι ένας τρόπος να ξαναβάζεις τάξη στο χάος και με τον τρόπο αυτό, με αυτή την παρέμβαση στη τάξη του κόσμου, να χαρτογραφείς ουσιαστικά και τη δική σου θέση μέσα στο κόσμο σου. Ο φιλόλογος και ο ηθοποιός έχουν σε αυτή τη διαδικασία μια αρμοδιότητα πολύ καίρια και εξαιρετικά σημαντική: να από - καλύπτουν και να ανά - μεταδίδουν ή έστω να πιθανολογούν για την ανάγκη ή τις ανάγκες που γεννάνε κατά περίστασιν σε έναν τρίτο άνθρωπο τον Λόγο. Και με αυτόν τον τρόπο ίσως ελάχιστα καταφέρνουν να γίνουν κι αυτοί συν - δημιουργοί κοντά στους ποιητές τους.
Ο φιλόλογος κι ο ηθοποιός είναι κάτω από αυτό το πρίσμα προσέγγισης των ιδιοτήτων τους δύο ερμηνευτές οι οποίοι λειτουργούν στη δουλειά τους με έναν τρόπο ουσιαστικά ανάλογο. Καταπιάνονται και οι δυο με ένα κείμενο γεμάτο νοήματα και ζωή και με όπλα τους τη δημιουργική σκέψη και τη φαντασία με αυτό το κείμενο και τις πολλαπλές δυνατότητες ερμηνείας του προσπαθούν να επικοινωνήσουν.
Ο φιλόλογος προσπαθεί να κατανοήσει ένα κείμενο λογοτεχνικό με κύριο εφόδιο την αναλυτική σκέψη πάνω στο υπό - κείμενο σώμα του λόγου που καταπιάνεται, δηλαδή πίσω και πέρα από τις απλές λέξεις και τα σαφή νοήματα που αποτυπώνονται στο χαρτί, ο φιλόλογος μελετά πώς το κείμενο στη σκέψη και την αίσθηση του επενεργεί και κυρίως τί είναι αυτό που ένα κείμενο "του λέει" ώστε κι εκείνος με τη σειρά του αυτό το κείμενο να μπορέσει να "το πει".
Ο ηθοποιός από την άλλη μεριά, με τη σειρά του όμως κι εκείνος, προσπαθεί να κάνει ακριβώς το ίδιο πράγμα αλλά με όσο το δυνατόν περισσότερο οργανικό τρόπο. Αυτό σημαίνει ότι ο ηθοποιός προσπαθεί με όλο του το σώμα, την καρδιά δηλαδή και το μυαλό συνάμα, το κορμί και η διάνοια του να αποδώσουν αυτό το υπό - κέιμενο σώμα του λόγου που κι αυτός ψάχνει ολοζώντανο πάνω σε μια σκηνή, να δανείσει την ίδια του τη φωνή και να δώσει έτσι ξανά τη φωνή σε λέξεις που εκ πρώτης όψεως μοιάζουνε βουβές στο χαρτί. Να γίνει για το λίγο που μπορεί πάνω σε μια σκηνή με ολόκληρο το είναι του των λέξεων το ήθος και η ξανακερδισμένη ζωντάνια. Μελετά σαν άλλος φιλόλογος κι ο ηθοποιός δηλαδή πώς το κείμενο πάνω του επενεργεί, μονάχα που εκείνος πιά μελετά τί είναι αυτό που από το κείμενο "παθαίνει" για να μπορέσει με τη σειρά του κι αυτός να "το κάνει" με το είναι του επί σκηνής.
Κάπου εδώ τελειώνοντας, θα ήθεα να κλείσω με την αρχή από το μυθιστόρημα του Ορχάν Παμουκ Η καινούργια ζωή. Το διάλεξα γιατί νομίζω το απόσπασμα αυτό ανακλά την πρωτογενή λαχτάρα ποιυ συντηρεί και τον φιλόλογο και τον υποκριτή. Δυστυχώς ή ευτυχώς η υποκριτική είναι μια διαδικασία η οποία στο ελάχιστο αποδίδεται μέσα από τις λέξεις. Στη Φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης επίσης πολλές ευτυχισμένες στιγμές ένιωσα είναι μια διαδικασία που επενεργεί πέρα από τις λέξεις. Δεν ξέρω αν το θέμα μου ιδιαιτέρως σας απασχολεί. Δεν έχω βρει καν το νόημα της τέχνης και δη της τέχνης του λόγου. Μόνο την αίσθηση από έναν τρόπο προσέγγισης προσπαθώ να ψάχνω.
"Μια μέρα διάβασα ένα βιβλίο κι από τότε άλλαξε ολότελα η ζωή μου. Από τις πρώτες του κιόλας σελίδες ένιωσα σε τέτοιο βαθμό τη δύναμή του, ώστε νόμισα πως το κορμί μου έφευγε μακριά από το γραφείο και την καρέκλα που καθόμουν. Ωστόσο, ενώ από τη μία νόμιζα πως το κορμί μου έφευγε κι απομακρυνόταν, από την άλλη βρισκόμουν, θαρρείς, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη φορά, με όλη μου την ύπαρξη και κάθετί δικό μου, πάνω στην καρέκλα και δίπλα στο γραφείο, και το βιβλίο ασκούσε όλη του την επιρροή όχι μόνο στην ψυχή μου, αλλά και σε ο,τιδήποτε άλλο με έκανε να είμαι ο εαυτός μου. Ήταν τόσο ισχυρή η επιρροή, που νόμισα πως ένα φως ανάβλυζε από τις σελίδες του βιβλίου και χυνόταν στο πρόσωπό μου: ένα φως που μου σκοτείνιαζε ολότελα το νου, ενώ την ίδια στιγμή τον έκανε να λάμπει και ν' αστράφτει"
Από τα βάθη του μυαλού και της καρδιάς μου σας ευχαριστώ."
Thursday, May 22, 2008
Secret combination
Φυσικά χτες βράδυ δεν θα έχανα με τίποτα τον ημιτελικό. Πέρυσι στο στρατόπεδο θυμάμαι οι εθνοπατέρες δε μας επέτρεψαν να δούμε ούτε καν τον τελικό. Αντίθετα σ' ένα ματσάκι των ποδοσφαιροφίλων και στη βραδιά του σμηνίτη με τη Στέλλα Γεωργιάδου και τηλεόραση άνοιξαν και τ' άντερά τους ήπιαν. Αλλά θα μου πείτε στην εν λόγω εκδήλωση κι η Στέλλα τραγούδησε Μάνο Λοΐζο, τα σκυλιά τα μαύρα δε θα πιναν... Εμείς βέβαια ούτε στάλα... Ήμασταν εκπαιδευόμενοι και καλά... Πού όπως μας "εκπαίδευσαν", να τους "εκπαιδεύσουνε", Παναγία μου. Τέλοσπάντων, έδωσα θυμάμαι τότε τόπο στην οργή και για τη Στέλλα και για τα ζώα - εκπαιδευτές, αλλά και όρκο τιμής και ευθύνης συνάμα απέναντι στην υποχρέωση που έχω στο Σαρμπέλ, φέτος να εορτάσω διπλά τη συμμετοχή της πατρίδας στο διαγωνισμό που έχασα πέρσι.
Είμαι κι εγώ -και μην ντρέπεστε να το παραδεχτείτε, είστε κι εσείς- από εκείνα τα παιδιά που από τα μικράτα μας στηθήκαμε μπροστά στη μικρή οθόνη των δύο ακόμα τότε κρατικών καναλιών, ερωτευτήκαμε όλοι μας την Άννα Βίσση που ήταν μονόδρομος χωρίς ακόμα Δεσποινάκι ευτυχώς και πιστέψαμε ζαλισμένοι απ' το χορό πως υπάρχει "μόνο η αγάπη" στην οποία κάλλιστα μπορείς -και πρέπει, μη σου πω- να ενδώσεις "Μ' ώτοστοπ¨. Άντε και στο τσακίρ κέφι όλα αυτά να πλαισιωθούν με κορώνες της Αλέξιας σε ένα πολύχρωμο, αλλά κατά τα άλλα "άσπρο - μαύρο" φόντο του αγαπημένου τραγουδιού -να εμπλέξουμε και την Κύπρο στο παιχνίδι για το περίφημο δωδεκάρι, ρε γαμώτο. Α, και για να μην ξεχνιόμαστε όλα αυτά με πάμπολλα "Παραπίπα" από τη Σοφία Βόσσου για μιάν άνοιξη την οποία πολύ ως πατρίδα πιστέψαμε πλην όμως ποτέ στην Ευρώπη δεν ήρθε.
Για όλα αυτά και γιά άλλα πολλά αγάπησα και αγαπώ τη Γιουροβίζιον, αλλά κυρίως και περισσότερο για ένα: γιατί ήταν και είναι μια μικρή αφορμή για μια γιορτή ιδιαίτερη. Μαζευόμασταν όλο το σόι και όλοι οι φίλοι από κάποια στιγμή και μετά και μοιραζόμασταν το άγχος για την πρώτη θέση η οποία φαινόταν να μην έρχεται ποτέ. Μεγαλώσαμε σχεδόν ως γενιά με την απαγορευμένη ελπίδα για την πρώτη θέση. Ούτε καν με το Σάκη δεν τα καταφέραμε -ύψιστη αδικία για την οποία ομόφωνα η Ευρώπη αποφάσισε να καταγγελθεί και να τιμωρηθεί με ποινή φραγγελώσεως χωρίς έλεος η Ρουσλάνα, καθότι έχει πρόχειρα και τα μαστίγια. Ώσπου ήρθε η εκρηκτική Έλενα έκανε τα "παραπίπα" Παπαρίζου και με την Κρητική(?) ή Ποντιακή(?) -κανείς ποτέ δεν αποφάσισε- λύρα της μας απέδειξε τί σημαίνει νάμπερ ουάν στην Ευρώπη - αν κι εμένα πιό πολύ το Die for you μου άρεσε, δε θα σας ντραπώ. Άλλη κατάφωρη αδικία η τρίτη θέση τότε πάλι, για την οποία δεν θυμάμαι τώρα καν ποιός βγήκε πρώτος τότε ώστε να καταγγελθεί.
Χτες το βράδυ λοιπόν και καθώς έβλεπα τη φετινή σούπερ καλομοιρένια -φτου, φτου, σκόρδα, μαναράκι μου!!!!- συμμετοχή της Ελλάδας σκέφτηκα ότι αυτό το κορίτσι και συνεκδοχικά αυτή η συμμετοχή δεν εκπροσωπεί στην πραγματικότητα τη χώρα που εκπροσωπεί. Δεν μιλάω ούτε για το αμερικάνικο όνειρο που εξελληνίστηκε με σάρκα και οστά στο πρόσωπο της Καλομοίρας και τραγουδάει με τη φωνή της, ούτε για τη μελωδική(?) γραμμή του secret compination και τους έως απύθμενα βάθη στοχαστικούς στίχους, ούτε για την περίφημη καρτ - ποσταλ που δείχνει τα επαίσχυντα, δηλαδή έναν άντρα και μια γυναίκα να φιλιούνται for God sake, γεγονός που εξερέθισε τη Νανά Παλαϊτσάκη και τη Φαίη Σκορδά -look who's talking!!!!! Γιατί ως γνωστόν η πατρίδα μας αυτή τη στιγμή βρίσκεται και στον κολοφώνα των πολιτιστικών εξελίξεων και πώς να καταδεχτεί ο ελληνικός τουρισμός τέτοιον υποβιβασμό της αξίας του, ω εσύ, Σωκράτη superstar! Κι επειδή εδώ ταιριάζει και το "τη μια μας παίζουν ροκ την άλλη τσιφτεντέλι παιδιά του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη", δηλώνω ευθαρσώς ότι είναι υπέροχη η φετινή Ελληνική συμμετοχή και τα καλύτερα αξίζουν στο Καλομοιράκι.
Ωστόσο, υπάρχει μια διάσταση ανάμεσα στην Καλομοίρα και τη χώρα που η Καλομοίρα εκπροσωπεί. Μπορεί να σας φαίνεται ίσως το πιό κουφό αλλά νομίζω η Καλομοίρα δεν ταιριάζει στην χώρα που εκπροσωπεί. Την έβλεπες χτες βράδυ. Η καλή και θετική της ενέργεια, η τόσο ανεπιτήδευτη καλοσύνη και η γλυκύτητα γέμιζε προς πάσα κατεύθυνση τη σκηνή και μάλιστα ανόθευτα μέσα από την ψυχή και την καρδιά της, αλλά είναι τόσο αντιφατικό το γεγονός ότι η χώρα που εκπροσωπεί είναι καταδικασμένη να ζει μέσα στη μύρλα, την αφειδώλευτη γκρίνια και στης μιζέριας την παραζάλη. Μια χώρα σκοτεινή και ένα κορίτσι όλο γλύκα φέτος στο διαγωνισμό μας εκπροσωπεί. Πώς τα συνδυάζει;;;
Tuesday, May 20, 2008
Μουσικό διάλλειμα
Αν σε προδίνει στη συντροφιά η ομορφιά που χει το βλέμμα όταν σβήνει Σήκω παιδί μου Σήκω αγάπη μου γλυκιά φύγε απ' τη μέση για να σμίξουνε εκείνοι Σήκω παιδί μου Σήκω αγάπη μου γλυκιά Σήκω παιδί μου Σήκω αγάπη μου γλυκιά Σήκω παιδί μου Σήκω αγάπη μου γλυκιά τί κάνει ο άνθρωπος μονάχος για να μείνει Αν σε προδίνει σιγά σιγά η λέξη αργά που γράφει ο κόσμος όταν κλείνει Σήκω παιδί μου σήκω αγάπη μου γλυκιά εσύ περίσευες και πήρες την ευθύνη Σήκω παιδί μου σήκω αγάπη μου γλυκιά σήκω παιδί μου σήκω αγάπη μου γλυκιά σήκω παιδί μου σήκω αγάπη μου γλυκιά τί θέλει ο άνθρωπος και δεν το απομακρύνει Αν σε προδίνει σχεδόν κι αυτός ο εαυτός που έχει μέσα σου απομείνει Σήκω παιδί μου Σήκω άναψε το φως κανεις δεν άντεξε ενός λεπτού οδύνη Σήκω παιδί μου σήκω άναψε το φως Σήκω παιδί μου σήκω άναψε το φως τί κάνει ο άνθρωπος και δεν το κατακρίνει.
Άσχετοι λόγοι μου θύμισαν σήμερα αυτό το τραγούδι. Στους λόγους το αφιερώνω. Δεν είναι άνθρωποι. Είναι συνθήκες. Όχι αυτές που περιγράφουν οι λέξεις. Μου αρέσει να κοιτάζω πέρα από αυτές. Αγαπάω στους αιώνες τη φωνή της Βίκυς Μοσχολιού.
Saturday, May 17, 2008
Friday, May 09, 2008
Μια ανάμνηση
Απόψε ήταν. Μέτραγες δίπλα μου οχτάρια. Μια μικρή διαδρομή. Θέλω να την κρατήσω μυστική και την ίδια στιγμή να την φωνάξω σε όλο τον κόσμο. Όλα αυτά που έκανες. Όλα αυτά που έλεγες. Στο κέντρο της Αθήνας. Στο κέντρο για μενα της γης. Και το κυριότερο χαμογελούσες. Κάπου θα τα φυλάω όλα αυτά. Όχι σαν ανάμνηση. Αλλά σαν προσωπική ζωή. Το καλό είναι πως είχε λίγο φως. Τόσο λίγο για να βλέπουμε μόνο εμείς. Να πατάς αδέξια τα οχτάρια. Και να μη σε βλέπει άλλος κανείς. Μόνο εγώ να σε βλέπω. Και να χαίρομαι. Εκ των υστέρων κατάλαβα πως δεν θα μπορούσες να μετράς απόψε αλλιώς. Ήταν του Μάη Νύχτα 8.
Υ.Γ. Όλα πάσχιζαν να γίνουν ανάμνηση. Ακόμα και το λούτρινο χταπόδι. Θυμάσαι;
Thursday, May 01, 2008
Σε μια άλλη ρυθμολογία
Τις τελευταίες ημέρες έχω στην αδιακρισία της κατοχής μου ένα dvd. Δώρο ακριβό. Από συνονόματο. Υπήρχε διακριτικά σαν παρουσία ανθρώπου μέσα στο μικρό μυαλό αλλά φυλαγμένο στη νάρκη μιας θήκης περίμενε την στιγμή την ωραία που θα θελήσει να ανθίσει. Η σχέση του χειμώνα με την άνοιξη.
Παραδομένο κι αυτό σαν εγώ σε μια άλλη ρυθμολογία που δεν θέλει να εκβιάζει. Να καθιστά πράγματα τις συνθήκες. Που θέλει και λαχταρά οι ώρες να σημαίνουν για να τις λέει ωραίες -και οριακές. Να δίνει νόημα στις συμβάσεις και τις ημερομηνίες.
Σήμερα λοιπόν το πρωί δεν ξέρω ακριβώς ποιά ανάγκη, την ονόμασα μάλλον για να συνεννοούμαστε Πρωτομαγιά, με έσπρωξε επιτέλους προς εκείνο. Το dvd είναι η μικρού μήκους ταινία του Αντώνη Μποσκοΐτη για την Τρελλή του Φεγγαριού Φλέρυ Νταντωνάκη. Είπα λοιπόν να πλέξω του Μάη στεφάνι. Λουλούδια να προσπαθήσω να κάνω με λέξεις. Οι λέξεις έτσι κι αλλιώς πάντα είναι κάτι παραπάνω από λέξεις. Ένα π μπροστά κι έγιναν κιόλας πλέξεις, βλέπετε. Ας τις πούμε όμως σήμερα συνεκδοχικά λουλούδια της πρωτομηνιάς μιας που ταιριάζει. Κοντά στη Σταύρωση και δίπλα στην Ανάσταση συνέπεσε η φετινή Πρωτομαγιά. Πάλι "τυχαία" ταιριάζουν οι λέξεις.
Το σκέφτομαι κάπως από χτες. Είναι αθέμιτο αυτό που επιχειρεί μέσα μας την άνοιξη. Ο τρόπος που παραβγαίνει στις αισθήσεις. Μυρίζω γύρω σαν το σκυλί. Αχόρταγα. Κυρίως τα βράδυα. Σε έναν ρυθμό που ξεσηκώνει. Με ένα τρόπο που καταδικάζει μέσα το ήμερο και προτρέπει στο οργιώδες. Δεν ξέρω αν έχω τη δύναμη να αντέξω. Φοβάμαι τις περισσότερες φορές. Την αδράνεια. Μήπως αποφεύγω τον πόνο. Μπορείς να γλιτώσεις τα νιάτα; Από τα γεράματα ίσως ναι. Από τα νιάτα όμως όχι. Όχι.
Για ένα περίεργο λόγο έχω θυμηθεί το Ξαφνικά πέρσι το καλοκαίρι. Καλοδεχούμενες οι λέξεις: "Τότε, μια μέρα λίγο αφού πάψαμε να πηγαίνουμε στην ακρογυαλιά... Ήταν μια από κείνες τις άσπρες φλογερές μέρες της Καμπέθα ντε Λόμπο... όχι γαλάζια, αλλά κάτασπρη, φλογερή μέρα..."
Τώρα έγινα δόκτωρας Ζάχαρη -μ' αρέσει να θυμάμαι πάντα τη Νέλλη Αγγελίδου να απευθύνεται με αυτό το όνομα στον Κούκροβιτς- και η δική μου Κάθρην στο dvd λέει: "Κάποτε μετά από μια παράσταση... βγήκα μπροστά στη θάλασσα... και περπάτησα πάνω στα κύματα, αλλά στη μέση έχασα για λίγο την πίστη μου και βούλιαξα. Πέθανα λίγο. Τόσο όσο να μπορώ να ανεβοκατεβαίνω από το θάνατο στη ζωή. Δε βρήκα λουλούδια να στολίσω εκείνη την ημέρα τα μαλλιά μου γι' αυτό φόρεσα πλαστικές μαργαρίτες που τις ξεκόλλησα από τις σαγιονάρες..."
Και ο Ελύτης τώρα από πού ξεφύτρωσε... Αδιάκριτος πάντα και πάλι... με μια μονοκοντυλιά λέει... "Μισή να σε βλέπω να περνάς στο νερό/ Και μισή να σε κλαίω μες τον Παράδεισο."
Subscribe to:
Posts (Atom)