Sunday, March 30, 2008

Μιά ώρα μετά


Θέλω να ήμασταν αγκαλιά
να νυστάζαμε και να μην κοιμάσαι
και να σου μιλάω ώσπου να κοιμηθείς
και να μην ξέρω τί σου λέω
μόνο να σε ξυπνάω για να μην κοιμηθείς
και να μη μπορείς να κοιμάσαι
και να με βρίζεις που δε σ΄αφήνω να κοιμηθείς
και να μη θέλω να κοιμάσαι
και να κοιμάμαι κι εγώ
τη στιγμή που κι εσύ θα κοιμάσαι

έστριψα μόνο το ρολόι μια ώρα απόψε μετά
και το χειρότερο θα ξυπνήσω μια ώρα νωρίτερα αύριο πρωί
και το χειρότερο είναι Κυριακή αύριο το πρωί
όλη μέρα που θα ξυπνήσω

Friday, March 28, 2008

Not I


Ο συγγραφέας λέει: Αν έστω υπάρχει και η παραμικρή συμπάθεια στους ανθρώπους, θα με καταλάβετε. Έχω πάρει χαρτί και μολύβι και καταγράφω φλύαρες φωνές μέσα μου που σωπαίνουν. Στην πραγματικότητα γράφω σε συνέχεια αυτά που θέλω να πω γιατί σωπαίνω μεν όταν δε μιλώ, όμως μέσα μου σχηματίζω άναρθρες συλλαβές που θα τις έλεγα και έξω αν μπορούσα, αν η σιωπή δε με εμπόδιζε να μιλάω και αν τα άναρθρα νοήματα είχαν κάποιο νόημα τελοσπάντων στην αλήθεια. Αυτή η αλήθεια είναι όμως πάντα σχετική και εγώ το σίγουρο είναι δεν προτίθεμαι να σωπαίνω. Ποτέ. Τα λόγια είναι πάντα φουσκωμένα κύματα μιας θάλασσας φαφλατάδων κι εγώ τώρα μιλάω. Φαφλατάδες προστάζω. Δίχως νόημα στην αρχή και χωρίς αυτό που κάποτε φτάνει να αρθρώνεται ειρμός σέβομαι ασύντακτα λόγια και σκέψεις. Ξεχύνονται πάντοτε ακαλαίσθητα σε χαρτί λευκό μαύρες μουτζούρες οι λέξεις. Πληγώνουν. Παραμιλάω και συνθέτω νοήματα ασύνδετα, εκτοπίζω τον χρόνο για να τον ξεχνάω. Πονάω στον χρόνο και γι΄αυτό τον μιλάω. Δεν επιτρέπω στις πληγές να πιάσουνε κακάδια. Σημάδια κόκκινα οι λέξεις στα χαρτιά μου. Μιλάω σημαίνει θυμάμαι και θυμίζω, μέσα στο χρόνο μου ζω επειδή κάτι μου θυμίζω. Τί κάνω τώρα ακριβώς; Ορίζω το ρήμα ξεστομίζω. Δεν έχω σκοπό να μεταφέρω άλλη σήμανση, όμως δεν είναι πάντα αυτονόητες και οι απλές διαδικασίες. Ελπίζω μόνο να μη φαίνομαι απλοϊκός. Θα ήταν κρίμα οι στιγμές αυτές να άφηναν ανεπίδοτο το νόημά τους. Αν παρ΄ελπίδα συνέβηκε, συμπαθάτε με...

Κι ο θεατρίνος: Θέλω να αφήσω τα χέρια μου ανοιχτά σα να είναι η πρώτη η φορά που θα μπορέσω να αφήσω έκθετο και το στήθος μου σε ένα πραγματικό βέλος να με συντρίψει Ζω στην ερημιά συναναστρέφομαι όμως με διαχύσεις τους ανθρώπους Δε με προσβάλλουν τα αισθήματα Αντιθέτως επιζητώ όσο και αν φοβάμαι και το κεφάλι σκύβω την πρώτη στιγμή που θα μου δώσουν σημασία τη δική τους σημασία να μου δώσουν οι άνθρωποι τη δική τους εξήγηση την απόπειρα που θα κάνουν όλο νόημα οι άνθρωποι υπέρ της ζωής μου το δικό τους νόημα να μου δώσουν οι άνθρωποι Μια αδιόρατη επικοινωνία

Ένα κείμενο για την Παγκόσμια Ημέρα του Θεάτρου 2008. Τις δύο τελευταίες εβδομάδες παρακολουθώ ένα σεμινάριο με τη Μάγια Λυμπεροπούλου. Της το αφιερώνω.

Sunday, March 23, 2008

Η διάθλαση μιας καλησπέρας


Καλησπέρα. Σταμάτησα λιγάκι εδώ να πω την καλησπέρα. Ώρα που καληνύχτα βασιλεύει. Είμαι λιγάκι του σκότους. Γεννημένος εκ φωτός χρήσιμος στο σκοτάδι είμαι. Κάτι με τρέφει τη νύχτα, μάλλον η νύχτα. Γίνομαι ένα κερί πίσω από τζάμι θαμπό. Βλέπω τέτοιες ώρες μικρές τον κόσμο διεσταλμένο σα γυάλινο. Πυκνώνει ο χρόνος νιώθω και νιώθω καλύτερα και βαθύτερα αυτό που λέω. Διάθλαση είναι: Αυτό που λέω γίνεται αυτό που εννοώ. Καίω. Την καλησπέρα μου λέω τώρα πιό πολύ από ποτέ έχω έφεση και ανάγκη να την πω. Την καλησπέρα τώρα κι απόψε την εννοώ που την λέω. Καίγομαι. Μ΄αρέσει στα όνειρα να μπαίνω. Κοιμάστε. Στα δικά σας όνειρα μπαίνω. Ήρθα να πω την καλησπέρα και θα βγω. Διακριτικά θα κλείσω την πόρτα πίσω μου την καληνύχτα μην διαταράξω. Μ΄αρέσει που κοιμάστε. Μόνο μια καλησπέρα θα πω. Το καλειδοσκόπιο των δικών σας ονείρων να νιώσω.

Tuesday, March 18, 2008

Drug queen: Κατσαρίδα


Δύσκολη μέρα τέλειωσε μεσημέρι σήμερα το πρωί κατα τη μία βράδυαζε από νωρίς κατηφορίζοντας στη μεγάλη λεωφόρο μιας αρχαίας βασιλικής δόξας κατέβαινα στο κέντρο της πόλης με πόδια και χέρια σκαθάρι χωρίς μετροπόντικα ανθρώπινα μέλη κυκλοφορούσαν δίπλα ελεύθερη απόγνωση έχασαν το τραίνο οι περαστικοί περιμένουνε σε στάση απεργίας νομίζω τη λένε δεν πανικοβάλλομαι αυτό είναι περίεργο για το πλάσμα που έχω γίνει στο πεζοδρόμιο πρωί πρωί απόψε περπατάω το πιό περίεργο βλέπω δεν πανικοβάλλονται ούτε κι οι περαστικοί πρώτη φορά κοιτάω γυναίκες μες στα μάτια βλέπω διάτρητη την αδιαφορία όπου περνάω φταίω πάντα δεν παίζω το ρόλο μου καλά λέω και ξαναλέω φοράω χρώματα στη μπλούζα παραπλανώ κρατάω στο χέρι μου χίλια φύλλα προκηρύξεις έχω βγάλει την καμπαρντίνα που αγόρασα τα πρώτα λεφτά απ΄τη δουλειά μου φωνάζω δεν ακούγομαι δεν είναι καν μαύρη η καμπαρντίνα που κρατάω ειρωνεύομαι για να ακουστώ τον εαυτό μου έχεις πατήσει ποτέ κατσαρίδα πόσο σκληρή είναι πόσο ουρλιάζει

Monday, March 10, 2008

Αμόλα καλούμπα...


Από το πρωί στο κεφάλι ο ουρανός. Ένας ανέφελος χαρταετός κλωθογυρίζει. Πολύχρωμος. Παρέα με άγνωστους φίλους του, άλλους. Η ατμόσφαιρα πεντακάθαρη καθώς ανεβαίνουμε αυτοκίνητοι το βουνό. Δεντράκια άπειρα μετρημένα μία μία φυτρωμένα βελόνες. Κατάφυτα πευκοβελόνες. Από τη μεριά της Πάρνηθας που δεν είναι Καρνάβαλος καμμένη. Από την αισιόδοξη πλευρά της πατρίδας που όπως την φώτιζε ήλιος καθαρός είχε αποκτήσει χρώμα κυπαρισσένιο. Από την πλευρά που ο πατριώτης νιώθει όχι δέσμιος στρατιώτης μα αετός απολυμένος. Ταξιδευτής ουρανός. Πεντακάθαρα γαλανός και φιλτισένιος. Ο φωτεινός, όχι ο φωτισμένος. Όχι εκείνος πιά ο στα κεφάλια μόνο. Ο έξω. Μπροστά στα μάτια το φως διψασμένο για μάτια. Μια στιγμή ανεβαίνοντας τίποτα πια εδώ. Φορτωμένο βαρυσήμαντο κάτι; Όχι, τίποτα. Αμόλα καλούμπα. Μια στιγμή η βαρύτητα να κατανικηθεί. Αμόλα καλούμπα. Να πάρω λίγο τα πάνω. Μια στιγμούλα να λαχταριστώ, όχι να λαχταρισμένω.

Λέω στιγμή και πατάω στο πληκτρολόγιο ανορθόγραφα, στυγνή γράφω. Οι στυγνές στιγμές. Οι ανορθόγραφες. Λόγια του αέρα. Η μάσκα του χαρταετού. Η καθαρή. Η πολυφορεμένη μουτσούνα πασαλείφτηκε όσο πασαλείφτηκε μέχρι χτες και σήμερα έριξε καταγής το αποκρεουργημένο μπογιάτισμά της. Το απαρνήθηκε γιατί κουράστηκε να φτασιδώνει εντυπώσεις και σήμερα φόρεσε χρώματα άλλα. Καινούργια. Καθαροπλυμένα Δευτέρα. Αχ, να μπορούσα τα αιολικά α, Σαπφώ, να τα βγάλω. Τα κέλομαι σε, Γογγύλα.

Ανάμνησις: Μια μέρα κάποτε πριν χρόνια ταξίδεψα ψηλά πάλι πίσω στο χρόνο σα να τανε βουνό. Απύθμενα κατά βάθος. Θυμήθηκα το παιχνίδι. Δυό τα παιδιά και τα μπαλόνια δύο. Αδέλφια. Μπαλόνια των πανηγυριών. Ηλιοφουσκωμένα. Και καθώς παίζουν σαν αδέλφια που΄ναι τα παιδιά, ένα, το μεγαλύτερο, αυτό που χάσκει πάντα χαμένο πρώτα, αφήνει του άλλου το πολύχρωμο μπαλόνι. Το ηλιοφουσκωμένο μπαλόνι υπερίπταται, απομακρύνεται, πάει. Τα παιδιά κοιτάζουν πώς αφήνει ένα μπαλόνι τη γη. Ανεβαίνει. Τα αφήνει. Και είναι τα αδέλφια χάμω στη γη το άλλο μπαλόνι στο χέρι καλά κρατημένο νιώθουν πρώτη φορά απώλεια τί σημαίνει, αφαίρεση τί θα πει. Θλιμμένα.

Wednesday, March 05, 2008

Επιχείρησις Απόλλων

H διασάλευση της ομορφιάς με αποσυντονίζει.
Σήμερα ο Απόλλων επιχείρησε μια φυγή.

Saturday, March 01, 2008

Ένα αεράκι θα φυσήξει στην Αθήνα


Σ΄έχω βρει και σε χάνω
δανεική παρουσία
έχω τόσα να κάνω
και δεν έχουν ουσία
όπου είσαι πηγαίνω
δίχως λόγο να πάω
με τους φίλους σου βγαίνω
επαφή να κρατάω
Κάποιες μέρες ακούω
στη σιωπή τη φωνή σου
πάνε μέρες που λείπεις
κι είμαι ακόμα μαζί σου
σε ρωτάω τί έχεις
και σου λέω καλημέρα
σ΄αγαπάω μην τρέχεις
είσ΄ακόμα εδώ πέρα
Προσπαθώ να ξεχάσω
όμως κάτι συμβαίνει
ό,τι όμορφο πιάσω
να το δεις περιμένει
Σ΄εχω βρεί και σε χάνω
Σ΄έχω βρει...
Και σε χάνω...
Σ΄έχω βρει και σε χάνω
σταθερή μου αξία
η ζωή μου σε τάξη
κι η καρδιά σ΄αταξία
Έχεις γίνει συνήθεια
και το μόνιμο θέμα
σου δανείζω αλήθεια
να πληρώνεις το ψέμμα
Κάποιες νύχτες στους δρόμους
σε τρακάρω τυχαία
είν΄αμάξια οι μόνοι
και οι σχέσεις τροχαία
στα παλιά μας τα στέκια
όπως πάντα συχνάζω
είχα πει πως θ΄αλλάξω
κι όσο αλλάζω σου μοιάζω
Σ΄έχω βρει και σε χάνω
Σ΄έχω βρει...
Και σε χάνω...
Σ΄έχω βρει και σε χάνω

Οι στίχοι είναι του Γεράσιμου Ευαγγελάτου. Μελοποιήθηκαν από τον Θέμη Καραμουρατίδη. Τους τραγούδησε η Νατάσσα Μποφίλιου. "Μέχρι το τέλος" ο τίτλος του καινούργιου CD. Από τις 8 Μαρτίου μπορεί να γίνει αποκλειστικά δικό σας. Τί λέτε; Επιμένετε ακόμα πως δεν αξίζει μια βόλτα από αυτό το Σάββατο και για κάθε Σάββατο βράδυ στον Ιανό; Εμένα πάντως με συγχωρείτε... Πρέπει να ετοιμαστώ... Δεν συνηθίζω να χάνω ό,τι βρίσκω...

Παιχνίδι έρωτα - χρόνου: σημειώσατε Χ









Ήθελα στο μπλογκ μου να υπάρχει μια ανάρτηση στις 29 του Φλεβάρη που μας πέρασε. Ποτέ δεν κατάφερα να διαχειρίζομαι με επιτυχία τον χρόνο. Πάντα κάτι δεν έφτανε ακόμα κι όταν είχα μια μέρα παραπάνω εδώ που τα λέμε. Πάντα περνούσε. Ο χρόνος. Σαν έρωτας. Προσπερνούσε.

Στα αρχαία ελληνικά δεν υπάρχει η λέξη "όμορφος" μα υπάρχει η λέξη "ωραίος". Έχω εμμονή με τις λέξεις ξέρετε. Ωραίος σημαίνει κάτι περισσότερο από εύμορφος, σημαίνει της ώρας, ο κατάλληλος για την περίσταση, για την χρονική στιγμή και τις συνθήκες. Ένας έρωτας, ένα "σε αγαπάω" μόνο ωραίο υπ΄αυτή την έννοια μπορεί να είναι. Το αληθινό ευτύχημα θα είναι να είναι αυτό το "σε αγαπάω" και οριακό. Τότε κλείνει το ω- από το ωραίο σε ο-, γίνεται οριακό κι οι παρενθέσεις φεύγουνε και γίνεται ο κύκλος. Οι ωραίες στιγμές, ξέρετε, πενθούν με την έννοια ότι είναι στη ζωή λίγες και φθείρονται από τον χρόνο.

Ο χρόνος είναι ο μεγαλύτερος εραστής φοβάμαι. Κι αυτόν μόνο για το ελάχιστο μπορείς να τον κρατήσεις αγκαλιά σου. Δεν μας ανήκει τίποτα. Ούτε η αγκαλιά μας στην ουσία. Αν είχα, όσους είχα, έρωτες στη ζωή μου, χαρίζω σε όλους μου τα πιό ωραία "σ΄αγαπώ". Με κανένα δεν χώρισα. Ούτε θα χωρίσω.

Jirashimosu, Billzouk, ceralex, για την πρόσκληση σας ευχαριστώ. Κι επειδή η πρόσκληση ήταν αυτή τη φορά διπλή, ένα bonus track για το τέλος. Δεν κυκλοφορεί σε βίντεάκι στο you tube. Παραθέτω τους στίχους του Ευριπίδη μεταφρασμένους από το Χειμωνά και ελπίζω να έχετε υπόψιν την ερμηνεία του από την Ελένη Βιτάλη.

Του έρωτα μέγα κακό σπαράζεις τους ανθρώπους σπαράζεις τους ανθρωπους με ματωμένους κόπους αυτοί που αγάπησα ξεχνούν με ματωμένους κόπους αυτοί που αγάπησα πενθούν για όλη τους τη ζωή για όλη τους τη ζωή αχ, δέσποινα μου, παρακαλώ, το βέλος σου που είναι χρυσό, λυπήσου με, και ποτέ μη μου σημαδέψεις την ψυχή με τη βαμμένη την αιχμή στον πόθο βαφτισμένη ας είναι ευλογημένη η σωφροσύνη των θεών που με κρατεί αυτόν που αγαπώ μην τον πληγώσω ω, εσύ, ξόρκι των ερώτων των κρυφών, από στάχτη παρθένων εραστών, φυλαγέ με, ποτέ έρωτα μη νιώσω το ξέρω καλά μη μου το λες σε είδα δεν έχεις πόλη ούτε πατρίδα δεν έχεις φίλο για να σε γιάνει στη δυστυχία σου να σκύψει με φροντίδα κι αν η κατάρα πιάνει τέτοιο κακό να πάθει όποιος στο πλάϊ μου μ΄αγάπη δεν εστάθη κι αν η κατάρα πιάνει τέτοιο κακό να πάθει όποιος στο πλάϊ μου μ΄αγάπη δεν εστάθη του έρωτα μέγα κακό σπαράζεις τους ανθρώπους σπαράζεις τους ανθρώπους με ματωμένους κόπους αυτοί που αγάπησα ξεχνούν με ματωμένους κόπους αυτοί που αγάπησα πενθούν... πενθούν... πενθούν...