Φέτος το καλοκαίρι τελειώνει στο μπαλκόνι, στον έκτο, σε απόσταση από το δρόμο. Απέναντι πρώτη φορά τόσο κοντά ο τόσο συχνά ακριβοθώρητος Λυκαβηττός, περιμένει όπως πάντα πως και πως τα χριστούγεννα σε φωτάκια.
- Είναι μια ελπίδα κι αυτό, μη νομίζεις
- Τα ίδια έλεγες κι όταν ξεκίνησε το καλοκαίρι
- Κυρίως μην απογοητεύεσαι...
- Κοίτα ποιός μιλάει.
Ευτυχώς φέτος θα είναι μικρή η σεζόν, μπορεί και να μην είναι τίποτα περισσότερο από ένας μικρούλης, κατ' ιδίαν σύντομος διάλογος. Δε θα προλάβω να ξαναγίνω παιδί, πότε να ξαναπρολάβω, οι λέξεις ολοένα πριν αρχίσουν τελειώνουν, οι λέξεις όπως λιγοστεύει κάθε μέρα το φως, φτιαγμένες από χρόνο ακόμα και οι λέξεις.
Άγνωστος ακόμα, ένας καινούργιος γείτονας, στο πρόσωπό του καθρεφτίζεται από το πρώτο κιόλας λεπτό ένας προαιώνια γνωστός, δεν μπορώ να καταλάβω εξαρχής ποιός θα θελα να είναι, κάποιος πιθανότατα πολύ φίλος που μ' έχει καιρό τώρα ξεχάσει εικάζω, μου απευθύνει την ανοίκεια ερώτηση ποτέ πρόλαβα να ξεγίνω, εννοείται παιδί, αφοπλιστικό ερώτημα κι αυτό στο οποίο συχνά πυκνά δεν ξέρω τι ν' απαντήσω, όχι για κανέναν άλλο λόγο αλλά κυρίως γιατί δε θέλω να ρωτώ ακόμα κι ένα ξένο "γιατί με έχεις ξεχάσει;". Τελειώνουν οι λέξεις και υπόκωφος ο θόρυβος της σιωπής ακυρώνει όπως φαίνεται κάθε στιγμή κάθε απόπειρα μεταξύ μας για ένα καινούργιο διάλογο, μια συνομιλία:
- Συχνά πυκνά συμβαίνει αυτό ανάμεσα στους ανθρώπους.
- Μη μου μιλάς γι' αγάπη...
Είναι ένα σύνδρομο αυτό, ξέρεις πολύ καλά πώς ένα κάρο γνωστικοί το λένε έτσι αλλά εσύ ψάχνεις την αφορμή για να χεις εφαλτήριο τουλάχιστον μια λέξη. Πώς να επικοινωνήσεις με τους ανθρώπους αφού δεν το χεις να επικοινωνείς.
Πάνω στο μπαλκόνι στέκεσαι. Τεντώνεις τα χέρια να φτάσεις την πανσέληνο -πόσο είσαι παιδί. Ακόμα. Ως φαίνεται κι απόψε πάλι στα βουβά το φως, όχι το σκοτάδι, το φως σε κάνει ό,τι θέλει. Μα δεν μπορείς να απευθύνεσαι εκεί, γιατί δεν είναι γείτονας η σελήνη.
- .....
- .
Όταν θα προσάπτουν κατηγορίες περί ανωριμότητας και αυτισμού και επιτήδευσης όλοι εκείνοι οι κακόβουλοι γείτονες, εσύ να αντιστέκεσαι με αφοπλιστική απλότητα -το ξέρω καλά ότι καταλαβαίνεις ότι δεν είναι άθλος- σε όλα αυτά, με τα πόδια γυμνά γερά στηριγμένος στο μπαλκόνι να παίζεις όσο γίνεται καλύτερα ένα ξεχασμένο κουτσό γιατί είσαι ο πρώτος λύκος που περπάτησε κι έδωσε όνομα στο Λυκαβηττό και να βγάζεις ολοένα μηχανικά κι αυθάδικά τη γλώσσα στο ορθάνοιχτο μάτι της πιό φωτεινής σελήνης που σε κοιτάζει κι απόψε ολόκληρη, θεόβουβη και μαγεμένη.
- Είναι μια ελπίδα κι αυτό, μη νομίζεις
- Τα ίδια έλεγες κι όταν ξεκίνησε το καλοκαίρι
- Κυρίως μην απογοητεύεσαι...
- Κοίτα ποιός μιλάει.
Ευτυχώς φέτος θα είναι μικρή η σεζόν, μπορεί και να μην είναι τίποτα περισσότερο από ένας μικρούλης, κατ' ιδίαν σύντομος διάλογος. Δε θα προλάβω να ξαναγίνω παιδί, πότε να ξαναπρολάβω, οι λέξεις ολοένα πριν αρχίσουν τελειώνουν, οι λέξεις όπως λιγοστεύει κάθε μέρα το φως, φτιαγμένες από χρόνο ακόμα και οι λέξεις.
Άγνωστος ακόμα, ένας καινούργιος γείτονας, στο πρόσωπό του καθρεφτίζεται από το πρώτο κιόλας λεπτό ένας προαιώνια γνωστός, δεν μπορώ να καταλάβω εξαρχής ποιός θα θελα να είναι, κάποιος πιθανότατα πολύ φίλος που μ' έχει καιρό τώρα ξεχάσει εικάζω, μου απευθύνει την ανοίκεια ερώτηση ποτέ πρόλαβα να ξεγίνω, εννοείται παιδί, αφοπλιστικό ερώτημα κι αυτό στο οποίο συχνά πυκνά δεν ξέρω τι ν' απαντήσω, όχι για κανέναν άλλο λόγο αλλά κυρίως γιατί δε θέλω να ρωτώ ακόμα κι ένα ξένο "γιατί με έχεις ξεχάσει;". Τελειώνουν οι λέξεις και υπόκωφος ο θόρυβος της σιωπής ακυρώνει όπως φαίνεται κάθε στιγμή κάθε απόπειρα μεταξύ μας για ένα καινούργιο διάλογο, μια συνομιλία:
- Συχνά πυκνά συμβαίνει αυτό ανάμεσα στους ανθρώπους.
- Μη μου μιλάς γι' αγάπη...
Είναι ένα σύνδρομο αυτό, ξέρεις πολύ καλά πώς ένα κάρο γνωστικοί το λένε έτσι αλλά εσύ ψάχνεις την αφορμή για να χεις εφαλτήριο τουλάχιστον μια λέξη. Πώς να επικοινωνήσεις με τους ανθρώπους αφού δεν το χεις να επικοινωνείς.
Πάνω στο μπαλκόνι στέκεσαι. Τεντώνεις τα χέρια να φτάσεις την πανσέληνο -πόσο είσαι παιδί. Ακόμα. Ως φαίνεται κι απόψε πάλι στα βουβά το φως, όχι το σκοτάδι, το φως σε κάνει ό,τι θέλει. Μα δεν μπορείς να απευθύνεσαι εκεί, γιατί δεν είναι γείτονας η σελήνη.
- .....
- .
Όταν θα προσάπτουν κατηγορίες περί ανωριμότητας και αυτισμού και επιτήδευσης όλοι εκείνοι οι κακόβουλοι γείτονες, εσύ να αντιστέκεσαι με αφοπλιστική απλότητα -το ξέρω καλά ότι καταλαβαίνεις ότι δεν είναι άθλος- σε όλα αυτά, με τα πόδια γυμνά γερά στηριγμένος στο μπαλκόνι να παίζεις όσο γίνεται καλύτερα ένα ξεχασμένο κουτσό γιατί είσαι ο πρώτος λύκος που περπάτησε κι έδωσε όνομα στο Λυκαβηττό και να βγάζεις ολοένα μηχανικά κι αυθάδικά τη γλώσσα στο ορθάνοιχτο μάτι της πιό φωτεινής σελήνης που σε κοιτάζει κι απόψε ολόκληρη, θεόβουβη και μαγεμένη.
5 comments:
Εχασες την ματιά του παιδιού; Δεν νομίζω...
Παραμένεις παιδί, κι οι απορίες σου, τα γιατί σου, ακόμα να απαντηθούν...
Και ποιός να ξέρει γιατί κλωτσάμε την ευτυχία από μπροστά μας;;;
Καλό Φθινόπωρο!
Πολύ όμορφο το κείμενο,για το ξέκινημα ενός πρωινού μετά την υπέροχη χθεσινή πανσέληνο!Την Καλημέρα μου!
@
το φως λοιπόν !
μονάχα το φως
και
η αγάπη
φωτίζουν τη ζωή.
τίποτ άλλο, θαρρώ...
του μικρούμοτσαρτ
@
ξάγρυπνη σε τόπο δύσκολο,
με βάνεις να σκέφτομαι τον Λυκαβηττό...
σκέφτομαι
τι ωραίος ήταν ο Λυκαβηττός
τον χειμώνα που πέρασε, με τα χιόνια...
και σκέφτομαι της νειότης μας τα συνεχή πάνω-κάτω, με τα πόδια...
και τους κάκτους του Λυκαβηττού, που μ' αρέσουν.
ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΚΑΛΑ.
foteini
...φτιαγμένες από χρόνο ακόμα κι οι λέξεις...
...!!!!
Post a Comment