Friday, October 07, 2011

Μοναξιά (Ι)



Solitude (I)

by Tomas Transtromer

I was nearly killed here, one night in February.
My car shivered, and slewed sideways on the ice,
right across into the other lane. The slur of traffic
came at me with their lights.

My name, my girls, my job, all
slipped free and were left behind, smaller and smaller,
further and further away. I was a nobody:
a boy in a playground, suddenly surrounded.

The headlights of the oncoming cars
bore down on me as I wrestled the wheel through a slick
of terror, clear and slippery as egg - white.
The seconds grew and grew - making more room for me -
stretching huge as hospitals.

I almost felt that I could rest
and take a breath
before the crash.

Then something caught: some helpful sand
or a well - timed gust of wind. The car
snapped out of it, swinging back across the road.
A signpost shot up and cracked, with a sharp clang,
spinning away in the darkness.

And it was still. I sat back in my seat - belt
and watched someone tramp through the whirling snow
to see what was left of me.

(translated by Robin Robertson.)

Κόντεψα να σκοτωθώ μια νύχτα του Φλεβάρη.
Το αυτοκίνητο μου τραντάχτηκε, και παρασύρθηκε απ' τον πάγο
πάνω στο αντίθετο ρεύμα. Μέσα στην κίνηση
σύριξαν καταπάνω μου τα φώτα.

Το όνομά μου, τα κορίτσια μου, η δουλειά μου, όλα
ξέκοβαν ελεύθερα και έμεναν πίσω, μίκραιναν και μίκραιναν
μάκραιναν κι απομακρύνονταν. Γινόμουν ο κανένας:
ένα παιδί σε τόπο ανοιχτό, απ' το πουθενά περικυκλωμένος.

Τα φώτα των αυτοκινήτων έτρεχαν καταπάνω μου
περνούσαν καθώς πάλευα να συγκρατήσω το τιμόνι μ' ένα αίσθημα
τρόμου, αγνού κι ανεξέλεγκτου, άσπρος σαν ασπράδι.
Τα μικρά δευτερόλεπτα μάκραιναν και μάκραιναν - μου έκαναν χώρο -
ξαπλώνονταν σε αίθουσες νοσηλείας.

Έφτασα να αισθάνομαι ότι μπορούσα να σταθώ
και να πάρω μιαν ανάσα
πριν τη συντριβή.

Τότε κάτι με κράτησε: σα να βοήθησε λίγη άμμος
ή ένα αεράκι φύσηξε καταπάνω στην ώρα. Το αυτοκίνητο
ξέκοψε μπροστά και ξαναμπήκε στο ρεύμα.
Μια πινακίδα άκουσα να χτυπάει
χορεύοντας με κοφτερό πάταγο στο σκοτάδι.

Και στάθηκε. Κάθησα πίσω δεμένος τη ζώνη μου
και ξεχώρισα κάποιον που πάλευε μέσα στη χιονοθύελλα
να δει τι έχει μείνει από μένα.

(απόδοση στα ελληνικά: Αντώνης Γκρίτσης)

1 comment:

quartier libre said...

@
ηθικόν δίδαγμα :
να είμαστε πάντα δεμένοι με τη ζώνη :)

έλα, Αντωνάκο μας, αστειεύομαι :)

και μου άρεσε η "απόδοση" !