Sunday, March 27, 2011

Πρόσφορο απόγευμα


Μια ώρα παραπάνω
να μπαίνει από το παράθυρο φως - όλο και λιγότερο βέβαια
δε γίνεται αλλιώς,
τελικά δε μπορείς να αντισταθείς στο φυσικό, στο συμβατικό και στο μοιραίο -
να τυλίγει τα βράδυα τις Κυριακές
να τα ζυμώνει ανορθόδοξα με φως σιγά σιγά
να τις κάνει να μοιάζουν ωραίες και πιό μεγάλες
να μη σε νοσταλγούν να μη σε μελαγχολούν να μη τις σκέφτεσαι σα συνηθισμένος κατάδικος μαθητής
ότι είναι τέλος ή κι αρχές
να ξεχνιέσαι μες στο φως που λιγοστεύει και να λες δε θα βραδιάσει ποτέ δε θα βραδιάσει κι ας λιγοστεύει το φως κι εγώ
θα είμαι πάντα εδώ για πάντα έτσι χωρίς αλλαγή
ούτε σκοτάδι κι ύστερα πάλι καινούργιο φως
ούτε διαδοχή νύχτας ημέρας
ούτε καλύτερο ούτε χειρότερο
ούτε ξημερωμένος ρεαλισμός της απελπισίας ούτε βραδιασμένο όνειρο της ελπίδας
πριν χαθεί το όνειρό μας και ξαναβραδιάσουμε
να στέκεται μια στιγμή με τη δική του αυτάρκεια το φως
όπως άλλαξε απόψε η ώρα
αυτή η αυτάρκεια να επηρεάζει τη διάρκεια μέσα σε βάθος και σύμβαση αόριστου χρόνου
να γίνεται μια στιγμή που θα μπορούσες να κρατήσεις στα χέρια έτσι
πολύτιμη πέτρα κι ατόφια
για πάντα, ένας τρόπος ζωής
χωρίς δικαιολογίες πουθενά - ούτε στον ίδιο τον εαυτό σου
τώρα νιώθεις καλά μέσα σε αυτήν την παροδική εκεχειρία
χωρίς να σημαίνει ότι έτσι παραμένεις και στέκεσαι αδρανής, υπάλληλος ή νικημένος
κι ο θάνατος βρίσκει σύμπάσα τη δύναμη να σε περικυκλώνει
ακριβώς το αντίθετο να συμβαίνει
χωρίς να φοβηθείς στιγμή ότι αυτό κάποιος μπορεί να το σκυλέψει
κι ούτε καν κάποιος αλλά ακόμα και κάτι, μια ανεπαίσθητη συνθήκη,
ένα τρεμούλιασμα φύλλου σε ένα γιασεμί ότι μπορεί να είναι μια πρώτη ένδειξη για μια ολόκληρη πυρηνική καταστροφή κάπου αόριστα στο παρανοϊκό ατομικό μυαλό σου
γιατί αυτά μπορούν και συμβαίνουν ξέρεις στον κόσμο
ένα απόγευμα μιας αόριστης και επερχόμενης Κυριακής όχι ιδανικής όπως η σημερινή μα απευκταίας
θα έρθει ίδια κι απαράλλαχτη με τη σημερινή αλλά και λαίλαπα συνάμα και μάλλον θα νιώσεις τότε ξανά όπως νιώθεις συνήθως
τα συνηθισμένα απογεύματα της Κυριακής
υπόλογος μπροστά σε έναν βασανιστικό παγκόσμιο καθρέπτη
θεάτρου βέβαια, ποτέ πραγματικότητας - μιας και το' χει η μέρα
για μια αστεία γκριμάτσα, ίσως και λίγο τρομοκρατημένη
για μια ρωγμή προσώπου
για την καινούργια αποκάλυψη "γλυκιάς πατρίδας" που πρέπει να προσεταιριστείς και να νιώθεις φιλόξενα εκεί και οικεία,
για μια ρυτίδα έκφρασης που δεν είχες εντοπίσει μέχρι τώρα στον πειρατικό χάρτη με όλα τα παρόμοια λάφυρα σου
για μια ολοκαίνουργια άσπρη τρίχα στα μαλλιά και στο χρόνο που περνάει
στο γνωστό χτένισμα που συνηθίζεις καθημερινά αλλά πότε πότε δεν πετυχαίνει και τόσο
κι αποκαλύπτει κάτι φαλακρό από αυτό το μαλλιαρό και άγνωστο κατά τ' άλλα κεφάλι
εκεί απέναντι
καθώς γέρνει και το χαιδεύεις και το κανακεύεις απόψε τουλάχιστον και προς το παρόν σα το πιό πιστό σου σκυλί.