Λοιπόν το πήρα απόφαση. Επειδή κάθομαι και διαβάζω και διαβάζω και διαβάζω και στο τέλος ούτε που θυμάμαι τίποτα, για κάθετι που θα διαβάζω από δω κι εμπρός ίσως είναι χρήσιμο να κάνω κι ένα μικρό ή και μεγάλο ποστάκι όπου θα εκθέτω -βαθυστόχαστα πάντα- μερικές πρόχειρες και άμεσες σκέψεις σε σχέση με αυτό που διάβασα μόλις προσφάτως. Θες πές το μικρή σοφία που απεκόμησα, θες πες το το μυαλό μου και μια λίρα.
Η μικρή μου πείρα με κάνει να πιστέυω ότι υπάρχουν δύο είδη άνθρωποι: αυτοί που καταλήγουν σε συμπεράσματα και απόψεις για τη ζωή επειδή ρίχνονται γενναία και πολύ πρακτικά στις εμπειρίες και το προσωπικό τους βίωμα οπότε παίρνουν ζεστές απαντήσεις στα καυτά ερωτήματα, και εκείνοι που παιδεύονται -ενδεχομένως και ολίγον χαϊδεύονται- να βρουν μια βαθύτερη -και καλά- αλήθεια που θεωρητικά δεν μπορεί να αποκαλύψει η καθημερινή πρακτική ζωή γιατί δεν δίνει τη μεγάλη απάντηση που κρύβεται στα βιβλία ή τελοσπάντων σε ειδικές περιστάσεις και συνθήκες που ευνοούν του κρυφού και κρυμμένου μυστικού την απρόσκοπτη επώαση. Ξαναζεσταμένο τουτέστιν πότε πότε φαγάκι.
Για να είμαι ειλικρινής, δεν ξεύρω αν το περιγράφω πολύ καλά γιατί όπως είναι φυσικό -ή και έτσι πρόχειρα ειπωμένο- προσωπικά δεν ανήκω ούτε στη μία ούτε στην άλλη κατηγορία. Κοινώς δεν είμαι ούτε τόσο γενναίος, ούτε -θέλω να πιστεύω- τόσο δήθεν. Απλώς τις περισσότερες φορές κάθομαι και διαβάζω ο,τιδήποτε σπρωγμένος, πέρα από μια προδιάθεση αισθητική, και από μιάν ανάγκη να δω και μια άλλη οπτική που δεν έχω συνεξετάσει στην "πρακτική "-και στο burda, μη σου πω- της ζωής μου. Με βάση, γνώμονα, πυξίδα και οδηγό τη ζωή κάποιου τρίτου που περιγράφει ένα βιβλίο. Έτσι δηλαδή, μπας και μάθω πλέξιμο, γιατί από μπλέξιμο σε τούτη τη ζωή άλλο τίποτα.
Τις περισσότερες φορές πάντως μεγαλοπρεπέστατα και ηττοπαθέστατα καταλήγω να βγάζω το καπέλο σε αυτούς που απλά δοκίμασαν, έκαναν το σκατό τους παξιμαδάκι και πήραν το δισάκι τους στο δρόμο για το δρόμο για το δρόμο χωρίς τα δικά μου προσχήματα, τους ακκισμούς και τις λοβιτούρες. Σαν πραγματικοί ήρωες στο χαρτί και όχι σαν θρασύδειλοι αναγνώστες ηδονοβλεψίες των περιπετειών αληθινών ηρώων. Οπότε, τώρα που το ξανασκέφτομαι ίσως και να είμαι αρκούντως δήθεν τελικά, δεν ξέρω. Το σιγουράκι πάντως είναι ότι γενναίος δεν υπήρξα, δεν είμαι και μάλλον δε θα γίνω ποτέ. Στην καλύτερη θεωρώ ότι κάπου μέσα στο τσουβαλάκι μου συσσωρεύω δώρα που αποθηκεύονται και μαζεύονται για ένα βράδυ τρελής Πρωτοχρονιάς που επιτέλους εγώ θα γίνω το παιδί, εγώ κι ο Αη Βασίλης.
Είπα πιό πάνω τους αναγνώστες ηδονοβλεψίες και λέω ότι αυτός ο χαρακτηρισμός είναι άμεσα σχετικός με το βιβλίο που πρόσφατα διάβασα, για να έρθουμε και στο προκείμενο. Η Πορνογραφία του Βιτολντ Γκομπροβιτς. Χωρίς να πω πολλά πολλά -έχω ήδη φλυαρήσει, να δω ποιός θα διαβάζει- είναι έκδηλη από την αρχή μέχρι το τέλος του βιβλίου μια πρωτογενής -με την έννοια του πρωτόγονου- δύναμη που ψάχνει απεγνωσμένα για αλήθεια. Το πρωτότυπο είναι ότι αυτή η αναζήτηση δεν γίνεται ευτυχώς με όρους ψυχαναλυτικής ή έστω ηθικής τάξης. Οι ήρωες εδώ θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν αντί- ήρωες γιατί δεν εκδηλώνουν καθόλου συμπεριφορές που θα μπορούσαν να θεωρηθούν παραδείγματα προς μίμησιν, αντιθέτως έχουν προμετωπίδα την άποψη ότι αν ο άνθρωπος είναι εκ γενετής κακός, οφείλει να ζήσει μέχρι το μεδούλι την κακότητα της φύσης του.
Το κίνητρο της φθοράς και της διαφθοράς εδώ προβάλλει να είναι μια αξία που η ηθική συνήθως δεν διαλέγει να προτάξει. Τα νιάτα και η ομορφιά. Όχι με την έννοια που έχει θεοποιήσει αυτά τα δυό ο σύγχρονος δυτικός "πλαστικοποημένος" πολιτισμός της διαφήμισης και του μπότοξ ωστόσο, αλλά με την έννοια της αδιόρατης -γιατί, όχι- και ¨παρθένας" έλξης που έχουν τη δύναμη να ασκούν τα ίδια τα ανθρώπινα κορμιά, ένας νέος σε μια νέα, η νέα με τη σειρά της στο νέο, αλλά και οι νέοι μαζί στο γεροντότερο με έναν τρόπο που μάλλον σήμερα έχουμε ξεχάσει (όρα και βίντεο άνωθεν για την επιβεβαίωση).
Έτσι αυτό που έχει σημασία τελικά είναι, πέρα από τα πρόσωπα και τις υποθέσεις, τις συνθήκες και τις πράξεις, να γίνει κατανοητός ο τρόπος που η νεότερη γενιά παραδίδεται συνειδητά στη γηραιότερη, ο τρόπος που η γηραιότερη γενιά θέλγεται από την ομορφιά της νεότερης και πώς η νεότερη κι ¨αθώα¨τελικά ενδίδει να πλανιέται και να πλανεύεται μέσα σε ένα κόσμο διαμορφωμένο από ¨αμαρτωλούς¨μεγάλους. Όλα αυτά, πιστέψτε με, χωρίς ούτε ένα άγγιγμα σχεδόν του χεριού σε ένα έργο με τίτλο Η Πορνογραφία και μια Πολωνία υπό Γερμανική κατοχή.
Βίτολντ Γκομπρόβιτς, Η Πορνογραφία, μετ. Δημήτρης Δημητριάδης, εκδόσεις Νεφέλη
4 comments:
χριστέ μου τι ανάλυση ήταν αυτή;
πολύ βαρύγδουπη ακόμη και για το δικό μου ταπεινό μυαλό!
και τι είναι burda???
Σου αξίζει ομολογουμένως κότινος που άντεξες και το διάβασες! Όσο για το burda ήταν -και νομίζω είναι ακόμα- ένα Γερμανικό περιοδικό μαμαδογιαγιαδίστικο σχετικό με το πλέξιμο, οδηγίες κλπ... από ζιπουνάκια μέχρι πετσετάκια... Υπάρχει δε ανάλογο περιοδικό το οποίο λέγεται "Πρακτική", εξού και κόλλησε στο συνειρμό της στιγμής
Αν αυτό το εξαιρετικό βιβλίο στην άψογη μετάφραση του στα Ελληνικά σε έκανε να γράψεις αυτό το post, τότε επιβεβαιώνεις την θεωρία ότι δεν αρκεί ένας ταλαντούχος συγγραφέας, αν δεν βρεί ανταπόκριση απο έναν εξίσου ταλαντούχο αναγνώστη.
Με κατέπληξες και χαίρομαι για την γνωριμία αυτή!
Καλησπέρα αντώνη. Είχε πλάκα που τελικά από τα τόσα υπέροχα πράγματα που έγραψες, στάθηκα κι εγώ στην άγνοια του burda.
Πάντως πέρα απ τις χαζοαπορίες, η ερώτηση μας αποδεικνύει ακριβώς αυτό που περιγράφεις περί ανάγνωσης.
Post a Comment